Anonymous

σύνταξις: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
mNo edit summary
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1033.png Seite 1033]] εως, ἡ, Zusammenordnung, -stellung, Anordnung, ξύμπασαν τὴν διακόσμησιν καὶ σύνταξιν, Plat. Tim. 24 c. Daher Ordnung, Stellung, Stand, εἰς μίαν σύνταξιν τὴν τοῦ ἄρχοντος, Rep. V, 462 c; ἡ τῶν ὅλων [[σύνταξις]], die Weltordnung. – Bes. – a) die Aufstellung der Soldaten; Thuc. 6, 42; σύνταξιν ποιεῖσθαι, Xen. Cyr. 2, 4, 1; geordnete Schaar, 8, 1, 14; Pol. 1, 21, 10 u. öfter; Schlachtordnung; [[σύνταξις]] Ἑλληνική, ein aus allen Hellenischen Bundesstaaten zusammengesetztes Heer, Plut. Aristid. 21; vgl. ἡ εἰς τοὺς μυρίους σ., Xen. Hell. 5, 2, 37, wie [[σύνταγμα]]. – b) das Zusammensetzen, Abfassen eines Buches, die Schrift, Abhandlung, ἡ τῶν [[καθόλου]] πραγμάτων [[σύνταξις]] Pol. 1, 4, 2, u. öfter αἱ πρὸ τοῦ συντάξεις, die frühern Bücher. – c) bei den Gramm. die Wortfügung, die Lehre von der sprachrichtigen Verbindung der Wörter unter einander zu ganzen Sätzen, die Syntax. – d) Verabredung, Vertrag, Vergleich; Dem. 58, 37; Pol. 5, 3, 3; τὰ χρήματα τὰ κατὰ τὰς συντάξεις ὁμολογηθέντα, 5, 95, 1. – e) eine auferlegte Abgabe an die Staatskassen, ein in Athen von Kallistratos eingeführter milderer Ausdruck für [[φόρος]], Harpocr.; vgl. Xen. Ath. 3, 5 u. Aesch. 3, 96; ὑποτελεῖν, Isocr. 7, 2; σύνταξιν τελεῖν τινι, Pol. 22, 27, 2, Tribut; – dah. Einkommen, σύνταξιν κατασκευάζειν τῇ πόλει, Dem. 5, 13. – f) der Sold, die Löhnung der Soldaten, milderer Ausdruck für [[μισθός]], [[οὔτε]] τὰς συντάξεις Διοπείθει δίδομεν, Dem. 8, 22; D. Sic.; auch Pension, Jahrgeld, Plut. Alex. 21; καὶ [[δαπάνη]], Lucull. 2, u. a. Sp.; vgl. Schaefer D. Hal. de C. V. p. 363.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1033.png Seite 1033]] εως, ἡ, Zusammenordnung, -stellung, Anordnung, ξύμπασαν τὴν διακόσμησιν καὶ σύνταξιν, Plat. Tim. 24 c. Daher Ordnung, Stellung, Stand, εἰς μίαν σύνταξιν τὴν τοῦ ἄρχοντος, Rep. V, 462 c; ἡ τῶν ὅλων [[σύνταξις]], die Weltordnung. – Bes. – a) die Aufstellung der Soldaten; Thuc. 6, 42; σύνταξιν ποιεῖσθαι, Xen. Cyr. 2, 4, 1; geordnete Schaar, 8, 1, 14; Pol. 1, 21, 10 u. öfter; Schlachtordnung; [[σύνταξις]] Ἑλληνική, ein aus allen Hellenischen Bundesstaaten zusammengesetztes Heer, Plut. Aristid. 21; vgl. ἡ εἰς τοὺς μυρίους σ., Xen. Hell. 5, 2, 37, wie [[σύνταγμα]]. – b) das Zusammensetzen, Abfassen eines Buches, die Schrift, Abhandlung, ἡ τῶν [[καθόλου]] πραγμάτων [[σύνταξις]] Pol. 1, 4, 2, u. öfter αἱ πρὸ τοῦ συντάξεις, die frühern Bücher. – c) bei den Gramm. die Wortfügung, die Lehre von der sprachrichtigen Verbindung der Wörter unter einander zu ganzen Sätzen, die Syntax. – d) Verabredung, Vertrag, Vergleich; Dem. 58, 37; Pol. 5, 3, 3; τὰ χρήματα τὰ κατὰ τὰς συντάξεις ὁμολογηθέντα, 5, 95, 1. – e) eine auferlegte Abgabe an die Staatskassen, ein in Athen von Kallistratos eingeführter milderer Ausdruck für [[φόρος]], Harpocr.; vgl. Xen. Ath. 3, 5 u. Aesch. 3, 96; ὑποτελεῖν, Isocr. 7, 2; σύνταξιν τελεῖν τινι, Pol. 22, 27, 2, Tribut; – dah. Einkommen, σύνταξιν κατασκευάζειν τῇ πόλει, Dem. 5, 13. – f) der Sold, die Löhnung der Soldaten, milderer Ausdruck für [[μισθός]], [[οὔτε]] τὰς συντάξεις Διοπείθει δίδομεν, Dem. 8, 22; D. Sic.; auch Pension, Jahrgeld, Plut. Alex. 21; καὶ [[δαπάνη]], Lucull. 2, u. a. Sp.; vgl. Schaefer D. Hal. de C. V. p. 363.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />mise en ordre, disposition, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> ordre de bataille, armée rangée en bataille;<br /><b>2</b> composition, ouvrage, traité;<br /><b>3</b> construction grammaticale, syntaxe;<br /><b>4</b> contingent de guerre;<br /><b>5</b> association, confédération;<br /><b>6</b> convention, pacte, traité;<br /><b>7</b> contribution, imposition;<br /><b>8</b> salaire, solde, pension, appointements.<br />'''Étymologie:''' [[συντάσσω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σύνταξις''': -εως, ἡ, ἡ κατὰ τάξιν [[διευθέτησις]], τακτοποίησις, [[παράταξις]], [[μάλιστα]] ἐπὶ στρατιωτῶν, σ. ποιεῖσθαι τοῦ στρατεύματος, διευθετεῖν εἰς τελείαν τάξιν, Θουκ. 6. 42, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 2. 4, 1· σύν. στρατιωτικὴ [[αὐτόθι]] 8. 1, 14· [[ἄνευ]] συντάξεως ἄχρηστον τὸ ὁπλιτικὸν Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 13, 10. 2) [[καθόλου]], [[σύστημα]], τακτοποίησις, [[τάξις]], Λατ. constitutio, Πλάτ. Πολ. 462D, 591D, Τίμ. 24C· ἡ συσταθεῖσα σ., ὁ ὀργανισμός, συνδιάταξις, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 685C· τῆς πολιτείας Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 2, 16· ἐπὶ τοῦ συστήματος τῶν συμμοριῶν, Δημ. 182. 25· μίαν [[εἶναι]] τὴν σ. τοῦ τε λαμβάνειν καὶ τοῦ ποιεῖν, τὸ αὐτὸ [[σύστημα]], ὁ αὐτὸς κανὼν τοῦ..., ὁ αὐτ. 14. 27, πρβλ. 168. 22· τὰ μέρη δ’ ἡμῶν χἠ [[σύνταξις]] τοῦ βίου ἐστὶν [[κύαμος]], [[θέρμος]], [[λάχανον]] Ἄλεξις ἐν «Ὀλυνθίᾳ» 1. 10· ― τὸ [[σύστημα]], ἡ [[τάξις]] τοῦ σύμπαντος, ἐν περιφορᾷ τῆς ὅλης συντάξεως Σωσίπατρος ἐν «Καταψευδομένῳ» 1. 31· σύν. βιβλιοθήκης Στράβ. 608· ― [[ὡσαύτως]] ὡς συγκεκριμένον, εἰς τὰς σάρκας καὶ τὴν [[ἄλλην]] σ. τῶν μερῶν Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 2, 14. 3) συστηματικὴ [[πραγματεία]], [[συγγραφή]], Ἀριστ. Ρητ. πρ. Ἀλέξ. 39, 10· [[βιβλίον]], [[διήγημα]], Πολύβ. 1. 3, 2., 4. 2, κ. ἀλλ., Διογ. Λ. 7. 193 κἑξ. 4) γραμματικὴ [[σύνταξις]], αἱ πρὸς ἄλληλα σ. Πλούτ. 2. 731Ε, πρβλ. Λουκ. Δίκ. Φωνηέντ. 3· ἴδε τὴν τοῦ Ἀπολλωνίου πραγματείαν περὶ συντάξεως. ΙΙ. ὡς τὸ [[σύνταγμα]], [[σῶμα]] στρατιωτῶν, τὴν εἰς μυρίους σύνταξιν [[αὐτός]] τε καὶ ἅπαντες συνεξέπεμπον Ξεν. Ἑλλ. 5. 2, 37· σ. Ἑλληνική, αἱ Ἑλληνικαὶ δυνάμεις [[ὁμοῦ]] ἡνωμέναι, Πλουτ. Ἀριστείδ. 21. 2) [[συνθήκη]], [[συμφωνία]], [[συμβόλαιον]], Δημ. 1334. 12, Πολύβ., κλπ.· [[ὥσπερ]] ἀπὸ συντάξεως, tanquam ex composito, Πλούτ. 2. 813Β. 3) ἐπιβαλλομένη [[συνδρομή]], [[συνεισφορά]], κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ τοῦ [[φόρος]], Δημ. 60. 11., 305. 16· σ. τελεῖν, ὑποτελεῖν Αἰσχίν. 67. 21, Ἰσοκρ. 140Β· δοῦναι ὁ αὐτ. 165Α· εἰσήχθη δὲ ὑπὸ Καλλιστράτου, Θεοπόμπ. Ἱστ. 97, Böckh P. E. 2. 162, πρβλ. [[συντάσσω]] ΙΙ. 2. 4) πληρωμή, [[σύνταξις]], κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ [[μισθός]], Δημ. 95. 9 καὶ 20, Διόδ. 5. 46, Πλουτ. Ἀλέξ. 21 κλπ.· συντάξεις τῶν ἀναγκαίων Διόδ. 1. 75. ― Ἴδε Κόντου Παρατηρήσεις εἰς Ἀριστ. Ἀθηναίων Πολιτείαν ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Δ΄, σ. 29.
|lstext='''σύνταξις''': -εως, ἡ, ἡ κατὰ τάξιν [[διευθέτησις]], τακτοποίησις, [[παράταξις]], [[μάλιστα]] ἐπὶ στρατιωτῶν, σ. ποιεῖσθαι τοῦ στρατεύματος, διευθετεῖν εἰς τελείαν τάξιν, Θουκ. 6. 42, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 2. 4, 1· σύν. στρατιωτικὴ [[αὐτόθι]] 8. 1, 14· [[ἄνευ]] συντάξεως ἄχρηστον τὸ ὁπλιτικὸν Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 13, 10. 2) [[καθόλου]], [[σύστημα]], τακτοποίησις, [[τάξις]], Λατ. constitutio, Πλάτ. Πολ. 462D, 591D, Τίμ. 24C· ἡ συσταθεῖσα σ., ὁ ὀργανισμός, συνδιάταξις, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 685C· τῆς πολιτείας Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 2, 16· ἐπὶ τοῦ συστήματος τῶν συμμοριῶν, Δημ. 182. 25· μίαν [[εἶναι]] τὴν σ. τοῦ τε λαμβάνειν καὶ τοῦ ποιεῖν, τὸ αὐτὸ [[σύστημα]], ὁ αὐτὸς κανὼν τοῦ..., ὁ αὐτ. 14. 27, πρβλ. 168. 22· τὰ μέρη δ’ ἡμῶν χἠ [[σύνταξις]] τοῦ βίου ἐστὶν [[κύαμος]], [[θέρμος]], [[λάχανον]] Ἄλεξις ἐν «Ὀλυνθίᾳ» 1. 10· ― τὸ [[σύστημα]], ἡ [[τάξις]] τοῦ σύμπαντος, ἐν περιφορᾷ τῆς ὅλης συντάξεως Σωσίπατρος ἐν «Καταψευδομένῳ» 1. 31· σύν. βιβλιοθήκης Στράβ. 608· ― [[ὡσαύτως]] ὡς συγκεκριμένον, εἰς τὰς σάρκας καὶ τὴν [[ἄλλην]] σ. τῶν μερῶν Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 2, 14. 3) συστηματικὴ [[πραγματεία]], [[συγγραφή]], Ἀριστ. Ρητ. πρ. Ἀλέξ. 39, 10· [[βιβλίον]], [[διήγημα]], Πολύβ. 1. 3, 2., 4. 2, κ. ἀλλ., Διογ. Λ. 7. 193 κἑξ. 4) γραμματικὴ [[σύνταξις]], αἱ πρὸς ἄλληλα σ. Πλούτ. 2. 731Ε, πρβλ. Λουκ. Δίκ. Φωνηέντ. 3· ἴδε τὴν τοῦ Ἀπολλωνίου πραγματείαν περὶ συντάξεως. ΙΙ. ὡς τὸ [[σύνταγμα]], [[σῶμα]] στρατιωτῶν, τὴν εἰς μυρίους σύνταξιν [[αὐτός]] τε καὶ ἅπαντες συνεξέπεμπον Ξεν. Ἑλλ. 5. 2, 37· σ. Ἑλληνική, αἱ Ἑλληνικαὶ δυνάμεις [[ὁμοῦ]] ἡνωμέναι, Πλουτ. Ἀριστείδ. 21. 2) [[συνθήκη]], [[συμφωνία]], [[συμβόλαιον]], Δημ. 1334. 12, Πολύβ., κλπ.· [[ὥσπερ]] ἀπὸ συντάξεως, tanquam ex composito, Πλούτ. 2. 813Β. 3) ἐπιβαλλομένη [[συνδρομή]], [[συνεισφορά]], κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ τοῦ [[φόρος]], Δημ. 60. 11., 305. 16· σ. τελεῖν, ὑποτελεῖν Αἰσχίν. 67. 21, Ἰσοκρ. 140Β· δοῦναι ὁ αὐτ. 165Α· εἰσήχθη δὲ ὑπὸ Καλλιστράτου, Θεοπόμπ. Ἱστ. 97, Böckh P. E. 2. 162, πρβλ. [[συντάσσω]] ΙΙ. 2. 4) πληρωμή, [[σύνταξις]], κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ [[μισθός]], Δημ. 95. 9 καὶ 20, Διόδ. 5. 46, Πλουτ. Ἀλέξ. 21 κλπ.· συντάξεις τῶν ἀναγκαίων Διόδ. 1. 75. ― Ἴδε Κόντου Παρατηρήσεις εἰς Ἀριστ. Ἀθηναίων Πολιτείαν ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Δ΄, σ. 29.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />mise en ordre, disposition, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> ordre de bataille, armée rangée en bataille;<br /><b>2</b> composition, ouvrage, traité;<br /><b>3</b> construction grammaticale, syntaxe;<br /><b>4</b> contingent de guerre;<br /><b>5</b> association, confédération;<br /><b>6</b> convention, pacte, traité;<br /><b>7</b> contribution, imposition;<br /><b>8</b> salaire, solde, pension, appointements.<br />'''Étymologie:''' [[συντάσσω]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm