σύνταξις

From LSJ

οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σύνταξις Medium diacritics: σύνταξις Low diacritics: σύνταξις Capitals: ΣΥΝΤΑΞΙΣ
Transliteration A: sýntaxis Transliteration B: syntaxis Transliteration C: syntaksis Beta Code: su/ntacis

English (LSJ)

συντάξεως, ἡ,
A putting together in order, arranging, especially of soldiers, τοῦ στρατεύματος σύνταξιν ποιήσασθαι = array in battle-order, Th.6.42, cf. X.Cyr.2.4.1, Arist.Pol.1322a36; ἡ στρατιωτικὴ σύνταξις X.Cyr.8.1.14; ἄνευ συντάξεως ἄχρηστον τὸ ὁπλιτικόν Arist.Pol.1297b19.
2 generally, system, arrangement, organization, Pl.R.462c,591d, Ti. 24c; ἡ συσταθεῖσα σύνταξις its organization, of the Assyrian empire, Id.Lg.685c; τῆς πολιτείας Arist.Pol.1325a3; ὅλον τὸν τρόπον τῆς συντάξεως (of the symmoriae) D.14.17; σύνταξις μίαν εἶναι τὴν αὐτὴν τοῦ τε λαμβάνειν καὶ τοῦ ποιεῖν τὰ δέοντα one and the same system or rule for... Id.1.20, cf. 13.9; ἡ σύνταξις τοῦ βίου Alex.162.10; the order or system of the world, Sosip.1.31; τῶν ὅλων, as a definition of εἱμαρμένη, Chrysipp.Stoic.2.293; σύνταξις βιβλιοθήκης Str.13.1.54: also concrete, εἰς τὰς σάρκας καὶ τὴν ἄλλην σύνταξιν τῶν μερῶν Arist.Mete.355b10; συντάξιες [ἁρμονίης] = musical modes, Hp.Vict.1.18, cf. Artemoap.Ath.14.636e; ἡ σύνταξις τοῦ ἐνιαυτοῦ the composition or system of the year, the calendar year, OGI 56.43 (Canopus, iii B.C.); ἡ σύνταξις τοῦ περιθύρου the framework, structure, Ephes.4(1) No.28 (v A.D.).
b ἐκτὸς κοινῆς συντάξεως = extra ordinem, of admission of envoys to the Senate, Supp.Epigr.3.378B18 (Delph., Roman law, ii/i B.C.).
3 composition, but more freq. concrete, systematic treatise, Arist.Rh.Al.1446a34, Plb.1.3.2, 1.4.2, al., Hipparch.1.1.8, Phld.Rh.1.130 S., D.H.Comp.4, Str.1.1.23; collection of treatises, composite volume, D.L.7.190 sqq.: pl., Ptol.Tetr. 16, Gal.19.200; rules for construction, Ph.Bel.55.18: but ἡ τοῦ μεγέθους σύνταξις the scale, ib.57.10.
4 grammatical putting together of words, syntax, περὶ τῆς συντάξεως τῶν λεγομένων, title of work by Chrysippus, Stoic.2.6, cf. Plu.2.731f (pl.); τὴν σύνταξιν τῶν ὀνομάτων Gal.16.736, cf. 720; περὶ συντάξεως, title of work by A.D.; but also, compound forms, Id.Conj.214.7; ποιεῖσθαι μετά τινος τὴν σύνταξιν ib.221.19; also, rule for combination of sounds or letters, τὸ χ (in δέγμενος) εἰς γ μετεβλήθη, τῆς συντάξεως οὕτως ἀπαιτούσης EM252.45, cf. Luc.Jud. Voc.3; also, connected speech, ἐν τῇ συντάξει ἐγκλιτέον Sch.Il.16.85.
II = σύνταγμα, body of troops, ἡ εἰς τοὺς μυρίους σύνταξις their contingent towards... X.HG5.2.37; σύνταξις Ἑλληνική the combined forces of Greece, Plu.Arist.21.
b company, troupe of entertainers, PColumbia 441 (JEA18.16).
2 covenant, previous arrangement, ἐκ τῶν Πατρῶν κατὰ τὴν σύνταξιν ἔπλει Plb.5.3.3; κατὰ τὴν τοῦ Ἀριανοῦ σύνταξιν at the time and place arranged by A., Id.8.16.5; ὥσπερ ἀπὸ συντάξεως ἥκοντας τὴν αὐτὴν λέγειν γνώμην Plu.2.813b; ordinance or resolution, SIG577.8 (Milet., iii/ii B.C.).
3 assigned impost, tribute, levy, D.5.13; χρημάτων σύνταξις Id.18.234; κοινωνεῖν τῆς συντάξεως Aeschin.3.96; σ. ὑποτελεῖν Isoc.7.2; διδόναι Id.8.29, D.58.37, cf. Theopomp.Hist. 92, OGI1.14 (Epist. Alex. Magni); κατ' ἄνδρα τελούντων σύνταξιν PTeb.103.1 (i B.C.), cf. 189 (i B.C.); ὑφίσταται τοῦ ζυτοπωλίου . . σ. δώσειν εἰς τὸ βασιλικὸν τὴν ἡμέραν κριθῶν (ἀρταβῶν) ιβ, i.e. undertakes to deliver the product (in beer) of 12 artabae of barley per day, PCair.Zen.199.4 (iii B.C.), cf. PPetr.3pp.219,221 (iii B.C.), PRev.Laws47.1,48.13 (iii B.C.), PLille9.7 (iii B.C.); λαϊκὴ σύνταξις = λαογραφία, PMich.Teb.121r11 viii 2 (i A.D.).
4 subvention, pension, D.8.21,23 (pl.), Plu.Alex.21, Luc.2; συντάξεις τῶν ἀναγκαίων D.S.1.75; εἰς τὰς συντάξις ἱερῶν PTeb.5.54 (ii B.C.), cf. UPZ40.6 (ii B.C.), PSI 10.1151.9 (ii A.D.); pay of soldiers and officers, PStrassb.105.2 (iii B.C.), D.S.5.46, Luc.DMeretr.15.3; salary of a barber, PEnteux. 47.3 (iii B.C.); of the librarian of the Museum, σύνταξις βασιλική Ath.11.493f.
5 ὅσοι . . ἐν συντάξει ἔχουσιν κώμας καὶ γῆν, i.e. those who hold land in assignment, i.e. are in receipt of revenue from land (without themselves administering it), PRev.Laws43.12 (iii B.C.), cf. PTeb.705.6 (iii B.C., restd.); ὁ ἐπὶ τῆς συντάξεως the official administrator of land so granted, PCair.Zen.73.11 (iii B.C.); ὁ ἐπὶ συντάξεως PLille 4.24 (iii B.C.); ἀπαιτούμεθα τὸν τῆς συντάξεως στέφανον BGU1851.3 (i B.C.); τῶν φερομένων ἐν τῇ τῶν μαχίμων σύνταξιν reckoned in the assignment to the μάχιμοι, PTeb.60.27 (ii B.C.); ὁ πρὸς τῇ συντάξει τῶν κατοίκων ἱππέων ib.31.6 (ii B.C.); ὁ πρὸς ταῖς συντάξεσιν PRein.7.29 (ii B.C.).

German (Pape)

[Seite 1033] συντάξεως, ἡ, Zusammenordnung, Zusammenstellung, Anordnung, ξύμπασαν τὴν διακόσμησιν καὶ σύνταξιν, Plat. Tim. 24 c. Daher Ordnung, Stellung, Stand, εἰς μίαν σύνταξιν τὴν τοῦ ἄρχοντος, Rep. V, 462 c; ἡ τῶν ὅλων σύνταξις, die Weltordnung. – Bes. – a) die Aufstellung der Soldaten; Thuc. 6, 42; σύνταξιν ποιεῖσθαι, Xen. Cyr. 2, 4, 1; geordnete Schaar, 8, 1, 14; Pol. 1, 21, 10 u. öfter; Schlachtordnung; σύνταξις Ἑλληνική, ein aus allen Hellenischen Bundesstaaten zusammengesetztes Heer, Plut. Aristid. 21; vgl. ἡ εἰς τοὺς μυρίους σ., Xen. Hell. 5, 2, 37, wie σύνταγμα. – b) das Zusammensetzen, Abfassen eines Buches, die Schrift, Abhandlung, ἡ τῶν καθόλου πραγμάτων σύνταξις Pol. 1, 4, 2, u. öfter αἱ πρὸ τοῦ συντάξεις, die frühern Bücher. – c) bei den Gramm. die Wortfügung, die Lehre von der sprachrichtigen Verbindung der Wörter unter einander zu ganzen Sätzen, die Syntax. – d) Verabredung, Vertrag, Vergleich; Dem. 58, 37; Pol. 5, 3, 3; τὰ χρήματα τὰ κατὰ τὰς συντάξεις ὁμολογηθέντα, 5, 95, 1. – e) eine auferlegte Abgabe an die Staatskassen, ein in Athen von Kallistratos eingeführter milderer Ausdruck für φόρος, Harpocr.; vgl. Xen. Ath. 3, 5 u. Aesch. 3, 96; ὑποτελεῖν, Isocr. 7, 2; σύνταξιν τελεῖν τινι, Pol. 22, 27, 2, Tribut; – dah. Einkommen, σύνταξιν κατασκευάζειν τῇ πόλει, Dem. 5, 13. – f) der Sold, die Löhnung der Soldaten, milderer Ausdruck für μισθός, οὔτε τὰς συντάξεις Διοπείθει δίδομεν, Dem. 8, 22; D. Sic.; auch Pension, Jahrgeld, Plut. Alex. 21; καὶ δαπάνη, Lucull. 2, u. a. Sp.; vgl. Schaefer D. Hal. de C. V. p. 363.

French (Bailly abrégé)

συντάξεως (ἡ) :
mise en ordre, disposition, particul. :
1 ordre de bataille, armée rangée en bataille;
2 composition, ouvrage, traité;
3 construction grammaticale, syntaxe;
4 contingent de guerre;
5 association, confédération;
6 convention, pacte, traité;
7 contribution, imposition;
8 salaire, solde, pension, appointements.
Étymologie: συντάσσω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σύνταξις συντάξεως, ἡ συντάττω het ordenen, het geordend zijn rangschikking, opstelling:; τοῦ στρατεύματος σύνταξιν ποιήσασθαι het leger in slagorde opstellen Thuc. 6.42.1; legereenheid. Xen. Hell. 5.2.37. organisatie, systeem:; τῆς πολιτείας σ. de organisatie van de staat Aristot. Pol. 1325a3; gramm. syntaxis:. σύνταξις γὰρ ἐμοὶ καὶ θάνατον παρέχει syntaxis bezorgt mij zelfs de dood AP 9.171.4. belasting, geldelijke bijdrage:. δώδεκα τάλαντα σύνταξιν ἐνιαύσιον twaalf talenten als jaarlijks pensioen Plut. Arat. 41.5.

Russian (Dvoretsky)

σύνταξις: συντάξεως ἡ
1 строй, устройство (τῆς πολιτείας Arst.);
2 воен. построение, строй, порядок (σύνταξιν ποιεῖσθαι τοῦ στρατεύματος Thuc.);
3 организация Arst.: σ. στρατιωτική Xen. организация армии;
4 отряд, войско (σ. Ἑλληνική Plut.);
5 сочетание, связь, система (ἡ σ. τῶν μερῶν Arst.);
6 сочинение, повествование, изложение Arst., Polyb., Diog. L.;
7 грам. конструкция, синтаксис Plut., Luc.;
8 соглашение, договор Dem., Polyb., Plut.;
9 союз, заговор: σ. ἐφ᾽ αὑτοὺς τῶν Ἑλλήνων Plut. междоусобные заговоры среди греков;
10 налог, подать Isocr., Aeschin., Dem.;
11 жалование, плата Dem., Plut., Diod.;
12 доход (σύνταξιν κατασκευάζειν τῇ πόλει Dem.).

Greek (Liddell-Scott)

σύνταξις: συντάξεως, ἡ, ἡ κατὰ τάξιν διευθέτησις, τακτοποίησις, παράταξις, μάλιστα ἐπὶ στρατιωτῶν, σ. ποιεῖσθαι τοῦ στρατεύματος, διευθετεῖν εἰς τελείαν τάξιν, Θουκ. 6. 42, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 2. 4, 1· σύν. στρατιωτικὴ αὐτόθι 8. 1, 14· ἄνευ συντάξεως ἄχρηστον τὸ ὁπλιτικὸν Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 13, 10. 2) καθόλου, σύστημα, τακτοποίησις, τάξις, Λατ. constitutio, Πλάτ. Πολ. 462D, 591D, Τίμ. 24C· ἡ συσταθεῖσα σ., ὁ ὀργανισμός, συνδιάταξις, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 685C· τῆς πολιτείας Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 2, 16· ἐπὶ τοῦ συστήματος τῶν συμμοριῶν, Δημ. 182. 25· μίαν εἶναι τὴν σ. τοῦ τε λαμβάνειν καὶ τοῦ ποιεῖν, τὸ αὐτὸ σύστημα, ὁ αὐτὸς κανὼν τοῦ..., ὁ αὐτ. 14. 27, πρβλ. 168. 22· τὰ μέρη δ’ ἡμῶν χἠ σύνταξις τοῦ βίου ἐστὶν κύαμος, θέρμος, λάχανον Ἄλεξις ἐν «Ὀλυνθίᾳ» 1. 10· ― τὸ σύστημα, ἡ τάξις τοῦ σύμπαντος, ἐν περιφορᾷ τῆς ὅλης συντάξεως Σωσίπατρος ἐν «Καταψευδομένῳ» 1. 31· σύν. βιβλιοθήκης Στράβ. 608· ― ὡσαύτως ὡς συγκεκριμένον, εἰς τὰς σάρκας καὶ τὴν ἄλλην σ. τῶν μερῶν Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 2, 14. 3) συστηματικὴ πραγματεία, συγγραφή, Ἀριστ. Ρητ. πρ. Ἀλέξ. 39, 10· βιβλίον, διήγημα, Πολύβ. 1. 3, 2., 4. 2, κ. ἀλλ., Διογ. Λ. 7. 193 κἑξ. 4) γραμματικὴ σύνταξις, αἱ πρὸς ἄλληλα σ. Πλούτ. 2. 731Ε, πρβλ. Λουκ. Δίκ. Φωνηέντ. 3· ἴδε τὴν τοῦ Ἀπολλωνίου πραγματείαν περὶ συντάξεως. ΙΙ. ὡς τὸ σύνταγμα, σῶμα στρατιωτῶν, τὴν εἰς μυρίους σύνταξιν αὐτός τε καὶ ἅπαντες συνεξέπεμπον Ξεν. Ἑλλ. 5. 2, 37· σ. Ἑλληνική, αἱ Ἑλληνικαὶ δυνάμεις ὁμοῦ ἡνωμέναι, Πλουτ. Ἀριστείδ. 21. 2) συνθήκη, συμφωνία, συμβόλαιον, Δημ. 1334. 12, Πολύβ., κλπ.· ὥσπερ ἀπὸ συντάξεως, tanquam ex composito, Πλούτ. 2. 813Β. 3) ἐπιβαλλομένη συνδρομή, συνεισφορά, κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ τοῦ φόρος, Δημ. 60. 11., 305. 16· σ. τελεῖν, ὑποτελεῖν Αἰσχίν. 67. 21, Ἰσοκρ. 140Β· δοῦναι ὁ αὐτ. 165Α· εἰσήχθη δὲ ὑπὸ Καλλιστράτου, Θεοπόμπ. Ἱστ. 97, Böckh P. E. 2. 162, πρβλ. συντάσσω ΙΙ. 2. 4) πληρωμή, σύνταξις, κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ μισθός, Δημ. 95. 9 καὶ 20, Διόδ. 5. 46, Πλουτ. Ἀλέξ. 21 κλπ.· συντάξεις τῶν ἀναγκαίων Διόδ. 1. 75. ― Ἴδε Κόντου Παρατηρήσεις εἰς Ἀριστ. Ἀθηναίων Πολιτείαν ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Δ΄, σ. 29.

Greek Monotonic

σύνταξις: συντάξεως, ἡ (συντάσσω),·
I. 1. τακτοποίηση από κοινού, διευθέτηση κατά τάξη, συμπαράταξη, οργάνωση, σε Θουκ., Ξεν.· τάξη, σύστημα, τακτοποίηση, σε Δημ.
2. συστηματική πραγματεία, σύγγραμμα, σε Αριστ.· αφήγηση, σε Πολύβ.
3. γραμματική σύνταξη, σύνταξη των μερών του λόγου, σε Λουκ.
II. 1. στρατιωτική παράταξη, σώμα στρατιωτών (όπως το σύνταγμα)· ἡ εἰς μυρίους σύνταξις, ένοπλο σώμα που ανέρχεται σε 10.000 άνδρες, σε Ξεν.
2. συνθήκη, συμφωνία, συμβόλαιο, σε Δημ.
3. καθορισμένη συνδρομή, εισφορά, φόρος, συνεισφορά (ευφημ. αντί φόρος), στον ίδ., Αισχίν.
4. πληρωμή, αμοιβή, μισθός, σύνταξη (ευφημ. αντί μισθός), σε Δημ.

Middle Liddell

σύνταξις, συντάξεως, συντάσσω
I. a putting together, arranging, arrangement, organisation, order, Thuc., Xen.: rule, Dem.
2. a systematic treatise, Arist.: a narrative, Polyb.
3. grammatical construction, syntax, Luc.
II. a body of troops, ἡ εἰς μυρίους ς. their contingent towards 10, 000, Xen.
2. a covenant, contract, Dem.
3. an assigned impost, contribution, Dem., Aeschin.
4. a payment, allowance, pension, Dem.

English (Woodhouse)

arrangement, assessment, composition, constitution, construction, framework, organisation, structure, system, amount fixed, military arrangement, of money

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Lexicon Thucydideum

compositio, agreement, treaty, 6.42.1.

Translations

syntax

Albanian: sintaksë; Arabic: بِنَاء جُمْلَة, نَحْو; Armenian: շարահյուսություն; Azerbaijani: sintaksis; Belarusian: сі́нтаксіс, сынтаксіс; Bulgarian: синтаксис; Burmese: အထားအသို; Catalan: sintaxi; Cebuano: hanaysay; Chinese Cantonese: 句法; Hokkien: 句法; Mandarin: 句法; Czech: syntax; Danish: syntaks; Dutch: syntaxis; Esperanto: sintakso; Estonian: süntaks; Finnish: lauseoppi, syntaksi; French: syntaxe; Galician: sintaxe; Georgian: სინტაქსი; German: Syntax, Satzbau; Greek: συντακτικό, σύνταξη; Ancient Greek: σύνταξις; Hebrew: תַּחְבִּיר; Hindi: वाक्यरचना; Hungarian: szintaxis; Icelandic: setningafræði, orðskipunarfræði; Indonesian: sintaksis; Irish: comhréir; Italian: sintassi; Japanese: 統語論, 構文論, 統辞論, シンタックス; Kazakh: синтаксис; Khmer: វាក្យសម្ពន្ធ; Korean: 통어론(統語論), 구문론(構文論), 통사론(統辭論), 신택스; Kurdish Northern Kurdish: sentaks; Kyrgyz: синтаксис; Lao: ວາກຍະສຳພັນ; Latin: syntaxis; Latvian: sintakse; Lithuanian: sintaksė; Luxembourgish: Syntax; Macedonian: синтакса; Malay: sintaksis; Maori: wetereo, tātaikupu; Mongolian Cyrillic: өгүүлбэр зүй; Mongolian: ᠥᠭᠦᠯᠡᠪᠦᠷᠢ; ᠵᠦᠢ; Nepali: वाक्यपद्धति, वाक्यरचना, वाक्यनिर्माण; Norwegian Bokmål: syntaks; Nynorsk: syntaks; Occitan: sintaxi; Pashto: نحو, سينټکس; Persian Iranian Persian: نَحْو; Polish: składnia, syntaksa, syntaktyka; Portuguese: sintaxe; Romanian: sintaxă; Russian: синтаксис; Scots: seentax; Serbo-Croatian Cyrillic: сѝнтакса, скла̀дња; Roman: sìntaksa, sklàdnja; Slovak: syntax; Slovene: skladnja, sintaksa; Sorbian Upper Sorbian: syntaksa; Spanish: sintaxis; Swahili: sintaksia; Swedish: syntax, satslära; Tagalog: palaugnayan; Tajik: синтаксис, наҳв; Thai: วากยสัมพันธ์; Turkish: sözdizimi, sentaks; Turkmen: sintaksis; Ukrainian: синтаксис; Urdu: نَحْو; Uyghur: سىنتاكسىس; Uzbek: sintaksis; Vietnamese: cú pháp; Welsh: cystrawen; Yiddish: סינטאַקס