Anonymous

ἀνάκειμαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0191.png Seite 191]] (s. [[κεῖμαι]]), = ἀνατέθειμαι, vgl. über dieses Wort Ath. I, 23 c; a) vorräthig daliegen, Plnd. Ol. 13, 86; bes. von Dingen, die den Göttern geweiht sind, κρητῆρες Her. 1, 14; [[ποίημα]] ἐν ἱερῷ 2, 185; [[λόγος]] τῷ θεῷ ἀνακείσθω Plat. Conv. 197 c; offen daliegen, [[παράδειγμα]] ἐν οὐρανῷ Rep. IX, 592 b; ὁ [[Σόλων]] ἐν τῇ ἀγορᾷ, die Statue des Solon steht auf dem Markte, Aesch. 1, 25; Lycurg. 51; – τινί od. [[πρός]] τινι, sich einer Sache widmen, Sp. – b) ἀνάκειται εἴς τινα, es wird einem zugeschrieben, beruht auf ihm, πάντα εἰς τούτους Her. 3, 31; vgl. 1, 97; αἱ πράξεις ἀνάκεινταί τινι Plut. Lys. 1; πάντων τοῖς Ἀθηναίοις εἰς τὰς [[ναῦς]] ἀνακειμένων, alles hing von den Schiffen ab, Thuc. 7, 71; ἐπί τινι, Ar. Av. 637 ἐπὶ τῇ τύχῃ; Antiph. 5, 6 ἀνάκειταί μοι ἐς τοῦτο, es kommt mir darauf an. Bei Sp. zu Tische liegen, s. die von Ath. angeführten Stellen; Matth. 9, 10; Lucill. 28 (IX, 140); von Phrynich. als unatt. getadelt.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0191.png Seite 191]] (s. [[κεῖμαι]]), = ἀνατέθειμαι, vgl. über dieses Wort Ath. I, 23 c; a) vorräthig daliegen, Plnd. Ol. 13, 86; bes. von Dingen, die den Göttern geweiht sind, κρητῆρες Her. 1, 14; [[ποίημα]] ἐν ἱερῷ 2, 185; [[λόγος]] τῷ θεῷ ἀνακείσθω Plat. Conv. 197 c; offen daliegen, [[παράδειγμα]] ἐν οὐρανῷ Rep. IX, 592 b; ὁ [[Σόλων]] ἐν τῇ ἀγορᾷ, die Statue des Solon steht auf dem Markte, Aesch. 1, 25; Lycurg. 51; – τινί od. [[πρός]] τινι, sich einer Sache widmen, Sp. – b) ἀνάκειται εἴς τινα, es wird einem zugeschrieben, beruht auf ihm, πάντα εἰς τούτους Her. 3, 31; vgl. 1, 97; αἱ πράξεις ἀνάκεινταί τινι Plut. Lys. 1; πάντων τοῖς Ἀθηναίοις εἰς τὰς [[ναῦς]] ἀνακειμένων, alles hing von den Schiffen ab, Thuc. 7, 71; ἐπί τινι, Ar. Av. 637 ἐπὶ τῇ τύχῃ; Antiph. 5, 6 ἀνάκειταί μοι ἐς τοῦτο, es kommt mir darauf an. Bei Sp. zu Tische liegen, s. die von Ath. angeführten Stellen; Matth. 9, 10; Lucill. 28 (IX, 140); von Phrynich. als unatt. getadelt.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> (<i>au sens du pf. Pass. de</i> [[ἀνατίθημι]]) être offert, dédié <i>ou</i> consacré <i>en parl. d'offrandes votives</i>;<br /><b>2</b> être érigé, se dresser <i>en parl. de statues</i>;<br /><b>3</b> se rattacher à, dépendre de : ἔς τινα, [[ἐπί]] τινι de qqn.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνά]], [[κεῖμαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνάκειμαι''': ποιητ. ἄγκ-: (ἴδε [[κεῖμαι]]): - ἐν χρήσει ὡς παθητ. τοῦ [[ἀνατίθημι]], [[κεῖμαι]] ὡς προσφορὰ ἢ [[ἀφιέρωμα]] ἐν τῷ ναῷ θεοῦ τινος· κρητῆρές οἱ... ἓξ χρύσεοι [[ἀνακέαται]] (Ἰων. ἀντὶ ἀνάκεινται) Ἡρόδ. 1.14· ἀν. ἐν ἱρῷ ὁ αὐτ. 2. 135· πρὸς τοῖς ἱεροῖς Λυσ. 118. 30: - μεταφ., αἶνός τινι ἄγκειται, [[ἔπαινος]], προσφέρεται ἢ ἀφιεροῦταί τινι, Πινδ. Ο.11 (10). 8, πρβλ. 13. 48· [[λόγος]] τῷ θεῷ Πλάτ. Συμπ. 197E. β) εἶμαι ἀνεγηγερμένος, ἐπὶ ἀνδριάντος, φασὶν ἀνακεῖσθαι [τὸν ἀνδριάντα], Δημ. 420. 8, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 592Β, Συλλ. Ἐπιγρ. 6280· οὕτω χρύσεοι ἀνακείμεθα Θεόκρ. 10. 33, πρβλ. Λυκοῦργ. 154. 19· ἴδε ἐν λ. [[ἵστημι]] Α. ΙΙΙ. 1. 2) ἀποδίδομαι ἢ [[ἀνήκω]] εἴς τινα, αἱ πράξεις ἀν. τινὶ Πλουτ. Λυκοῦργ. 1· ἡ [[ἡγεμονία]] ἀν. τινὶ ὁ αὐτ. Ἀριστείδ. 15. ΙΙ. πᾶν ἢ πάντα ἀνάκειται ἔς τινα, πᾶν [[πρᾶγμα]] ἀναφέρεται εἴς τινα, ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς θελήσεως [[αὐτοῦ]], Ἡρόδ. 1.97., 3. 31· οὕτω μετὰ δοτ. προσ., πάντων ἀνακειμένων τοῖς Ἀθηναίοις ἐς τὰς [[ναῦς]], ἀφοῦ τὰ πάντα τῶν Ἀθηναίων ἐξηρτῶντο ἐκ τῶν πλοίων των, Θουκ. 7. 71· ἐπὶ σοὶ τάδε πάντ’ ἀνάκειται Ἀριστοφ. Ὄρν. 638· ἅπαντα... ἐπὶ τῇ τύχῃ [[μᾶλλον]] ἀνάκειται ἢ τῇ προνοίᾳ Ἀντιφῶν 130. 4· ἐπὶ προσώπων, σοὶ ἀνακείμεθα Εὐρ. Βάκχ. 934. ΙΙΙ. μεταγεν., εἶμαι ἀνακεκλιμένος παρὰ τὴν τράπεζαν, Λατ. accumbere, Ἀριστ. Κατηγ. 7, 3, Ἀποσπ. 565, Δίφιλ. ἐν Ἀδήλ. 41, κτλ., ἴδε Ἀθήν. 23C: πρβλ. [[ἀνακλίνω]], [[ἀναπίπτω]].
|lstext='''ἀνάκειμαι''': ποιητ. ἄγκ-: (ἴδε [[κεῖμαι]]): - ἐν χρήσει ὡς παθητ. τοῦ [[ἀνατίθημι]], [[κεῖμαι]] ὡς προσφορὰ ἢ [[ἀφιέρωμα]] ἐν τῷ ναῷ θεοῦ τινος· κρητῆρές οἱ... ἓξ χρύσεοι [[ἀνακέαται]] (Ἰων. ἀντὶ ἀνάκεινται) Ἡρόδ. 1.14· ἀν. ἐν ἱρῷ ὁ αὐτ. 2. 135· πρὸς τοῖς ἱεροῖς Λυσ. 118. 30: - μεταφ., αἶνός τινι ἄγκειται, [[ἔπαινος]], προσφέρεται ἢ ἀφιεροῦταί τινι, Πινδ. Ο.11 (10). 8, πρβλ. 13. 48· [[λόγος]] τῷ θεῷ Πλάτ. Συμπ. 197E. β) εἶμαι ἀνεγηγερμένος, ἐπὶ ἀνδριάντος, φασὶν ἀνακεῖσθαι [τὸν ἀνδριάντα], Δημ. 420. 8, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 592Β, Συλλ. Ἐπιγρ. 6280· οὕτω χρύσεοι ἀνακείμεθα Θεόκρ. 10. 33, πρβλ. Λυκοῦργ. 154. 19· ἴδε ἐν λ. [[ἵστημι]] Α. ΙΙΙ. 1. 2) ἀποδίδομαι ἢ [[ἀνήκω]] εἴς τινα, αἱ πράξεις ἀν. τινὶ Πλουτ. Λυκοῦργ. 1· ἡ [[ἡγεμονία]] ἀν. τινὶ ὁ αὐτ. Ἀριστείδ. 15. ΙΙ. πᾶν ἢ πάντα ἀνάκειται ἔς τινα, πᾶν [[πρᾶγμα]] ἀναφέρεται εἴς τινα, ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς θελήσεως [[αὐτοῦ]], Ἡρόδ. 1.97., 3. 31· οὕτω μετὰ δοτ. προσ., πάντων ἀνακειμένων τοῖς Ἀθηναίοις ἐς τὰς [[ναῦς]], ἀφοῦ τὰ πάντα τῶν Ἀθηναίων ἐξηρτῶντο ἐκ τῶν πλοίων των, Θουκ. 7. 71· ἐπὶ σοὶ τάδε πάντ’ ἀνάκειται Ἀριστοφ. Ὄρν. 638· ἅπαντα... ἐπὶ τῇ τύχῃ [[μᾶλλον]] ἀνάκειται ἢ τῇ προνοίᾳ Ἀντιφῶν 130. 4· ἐπὶ προσώπων, σοὶ ἀνακείμεθα Εὐρ. Βάκχ. 934. ΙΙΙ. μεταγεν., εἶμαι ἀνακεκλιμένος παρὰ τὴν τράπεζαν, Λατ. accumbere, Ἀριστ. Κατηγ. 7, 3, Ἀποσπ. 565, Δίφιλ. ἐν Ἀδήλ. 41, κτλ., ἴδε Ἀθήν. 23C: πρβλ. [[ἀνακλίνω]], [[ἀναπίπτω]].
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> (<i>au sens du pf. Pass. de</i> [[ἀνατίθημι]]) être offert, dédié <i>ou</i> consacré <i>en parl. d'offrandes votives</i>;<br /><b>2</b> être érigé, se dresser <i>en parl. de statues</i>;<br /><b>3</b> se rattacher à, dépendre de : ἔς τινα, [[ἐπί]] τινι de qqn.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνά]], [[κεῖμαι]].
}}
}}
{{Slater
{{Slater