Anonymous

ὁπηνίκα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0356.png Seite 356]] correlat. zu [[πηνίκα]], [[dann wann]], zu welcher Zeit, relat. u. indirect fragend; Soph. O. C. 435; ὡς ὁπηνίκ' ἂν θεὸς πλοῦν ἧμιν εἴκῃ, τηνικαῦθ' ὁρμώμεθα, Phil. 462; [[ὁπηνίκα]]; Ar. Av. 1499; ἐθύσαντο [[ὅπως]], [[ὁπηνίκα]] καὶ δοκοίη τῆς ὥρας, τὴν πορείαν ποιοῖντο, Xen. An. 3, 5, 18, zu welcher Stunde sie auch wollten; Plat. Legg. VI, 772 d; Dem. 21, 42.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0356.png Seite 356]] correlat. zu [[πηνίκα]], [[dann wann]], zu welcher Zeit, relat. u. indirect fragend; Soph. O. C. 435; ὡς ὁπηνίκ' ἂν θεὸς πλοῦν ἧμιν εἴκῃ, τηνικαῦθ' ὁρμώμεθα, Phil. 462; [[ὁπηνίκα]]; Ar. Av. 1499; ἐθύσαντο [[ὅπως]], [[ὁπηνίκα]] καὶ δοκοίη τῆς ὥρας, τὴν πορείαν ποιοῖντο, Xen. An. 3, 5, 18, zu welcher Stunde sie auch wollten; Plat. Legg. VI, 772 d; Dem. 21, 42.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv. relat.</i><br />quand, lorsque.<br />'''Étymologie:''' corrélat. de [[πηνίκα]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὁπηνίκᾰ''': Δωρ. ὁπᾱνίκα, Ἐπίρρ. συσχετικὸν τοῦ [[πηνίκα]], καθ’ ὁποίαν ὥραν, καθ’ ὁποίαν ἡμέραν, καθ’ ὁποῖον [[σημεῖον]] τοῦ χρόνου καὶ ὁρίζει τὸν χρόνον ἀκριβέστερον τοῦ [[ὁπότε]], Σοφ. Ο. Κ. 434, Θουκ. 4. 125, Θεόκρ. 23. 33· ἂν καὶ [[ἐνίοτε]] δὲν δύναται νὰ διακριθῇ ἀπὸ τοῦ [[ὁπότε]] (Λοβ. εἰς Φρύν. 50), Πλάτ. Ἄλκ. 1. 105D· [[ὁπότε]] καὶ ὁπ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 722D· ὁπ. ἄν, καθ’ οἱανδήποτε ὥραν ἢ καθ’ οἱονδήποτε χρόνον, Σοφ. Φ. 464. 2) ἐν πλαγίαις ἐρωτήσεσιν, ἣν ὥραν προσήκει ἰέναι ..., καὶ ὁπ. ἀπιέναι Αἰσχίν. 2. 15· [[οὕτως]] ἐν ἀποκρίσει πρὸς εὐθεῖαν ἐρώτησιν, πηνίκ’ ἐστὶν ἄρα τῆς ἡμέρας; - [[ὁπηνίκα]]; - τί ὥρα [[εἶναι]]; Ἀριστοφ. Ὄρν. 1499. 3) μετὰ γεν., οὐδεὶς οἶδ’ ὁπ. ἐστι τοὐνιαυτοῦ, τί ὥρα τοῦ ἔτους, ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 476. 7· ὁπ. τῆς ὥρας Ξεν. Ἀν. 3. 5, 18 ΙΙ. ἐπὶ αἰτιολογικῆς σημασίας, ἐπὶ τῇ ὑποθέσει ὅτι ..., καὶ [[ὁπηνίκα]] ἐφαίνετο [[ταῦτα]] πεποιηκὼς Δημ. 230. 1, πρβλ. 527. 23.
|lstext='''ὁπηνίκᾰ''': Δωρ. ὁπᾱνίκα, Ἐπίρρ. συσχετικὸν τοῦ [[πηνίκα]], καθ’ ὁποίαν ὥραν, καθ’ ὁποίαν ἡμέραν, καθ’ ὁποῖον [[σημεῖον]] τοῦ χρόνου καὶ ὁρίζει τὸν χρόνον ἀκριβέστερον τοῦ [[ὁπότε]], Σοφ. Ο. Κ. 434, Θουκ. 4. 125, Θεόκρ. 23. 33· ἂν καὶ [[ἐνίοτε]] δὲν δύναται νὰ διακριθῇ ἀπὸ τοῦ [[ὁπότε]] (Λοβ. εἰς Φρύν. 50), Πλάτ. Ἄλκ. 1. 105D· [[ὁπότε]] καὶ ὁπ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 722D· ὁπ. ἄν, καθ’ οἱανδήποτε ὥραν ἢ καθ’ οἱονδήποτε χρόνον, Σοφ. Φ. 464. 2) ἐν πλαγίαις ἐρωτήσεσιν, ἣν ὥραν προσήκει ἰέναι ..., καὶ ὁπ. ἀπιέναι Αἰσχίν. 2. 15· [[οὕτως]] ἐν ἀποκρίσει πρὸς εὐθεῖαν ἐρώτησιν, πηνίκ’ ἐστὶν ἄρα τῆς ἡμέρας; - [[ὁπηνίκα]]; - τί ὥρα [[εἶναι]]; Ἀριστοφ. Ὄρν. 1499. 3) μετὰ γεν., οὐδεὶς οἶδ’ ὁπ. ἐστι τοὐνιαυτοῦ, τί ὥρα τοῦ ἔτους, ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 476. 7· ὁπ. τῆς ὥρας Ξεν. Ἀν. 3. 5, 18 ΙΙ. ἐπὶ αἰτιολογικῆς σημασίας, ἐπὶ τῇ ὑποθέσει ὅτι ..., καὶ [[ὁπηνίκα]] ἐφαίνετο [[ταῦτα]] πεποιηκὼς Δημ. 230. 1, πρβλ. 527. 23.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv. relat.</i><br />quand, lorsque.<br />'''Étymologie:''' corrélat. de [[πηνίκα]].
}}
}}
{{grml
{{grml