Anonymous

πρόκειμαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=<b>I.</b> être couché <i>ou</i> placé devant :<br /><b>1</b> être déposé en face de : [[ὀνείατα]] προκείμενα IL, OD mets placés devant des convives ; δαὶς προκειμένη HDT, [[δεῖπνον]] προκείμενον HDT repas servi;<br /><b>2</b> être situé <i>ou</i> s'étendre en avant : [[Αἴγυπτος]] προκειμένη τῆς ἐχομένης γῆς HDT l'Égypte s'avançant dans la mer plus loin que les pays adjacents (l'Arabie et la Libye) ; <i>particul.</i> servir de rempart, de défense : πρόκειται τῆς χώρας ὄρη XÉN des montagnes défendent les approches du pays;<br /><b>3</b> s'étendre en avant, au loin : [[ἐν]] [[τῇ]] θαλάττῃ προκείμενον [[χωρίον]] XÉN territoire qui s'avance dans la mer ; <i>simpl.</i> s'étendre, s'allonger : παρὰ ἤπειρον [[νῆσος]] προκειμένη XÉN île qui s'étend le long du continent;<br /><b>II.</b> être exposé aux regards, <i>d'où</i> :<br /><b>1</b> être, se trouver : πρόκεισθαι [[ἐν]] μέσῳ LUC être au milieu d'une chambre ; <i>en mauv. part</i> être jeté sur la voie publique, être abandonné : [[παιδίον]] προκείμενον HDT petit enfant exposé, abandonné ; [[ἄτιμος]] [[πρόκειμαι]] SOPH me voici jeté là comme un objet de rebut;<br /><b>2</b> être proposé (<i>propr.</i> placé devant les yeux) comme but, comme modèle, comme récompense, <i>etc.</i> : [[ἄεθλος]] προκείμενος HDT tâche proposée ; πρόκειται ζητεῖν LUC on se propose de rechercher;<br /><b>3</b> être posé sous les yeux de tous ; être établi, fixé : πρόκεινται νόμοι SOPH des lois sont établies ; θανάτου [[ζημία]] πρόκειται THC il y a peine de mort (lorsque, <i>etc.</i>) ; προκείμεναι ἡμέραι HDT jours fixés;<br /><b>4</b> <i>p. ext.</i> se présenter, se produire : γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο HDT trois avis se produisaient.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[κεῖμαι]].
|btext=<b>I.</b> être couché <i>ou</i> placé devant :<br /><b>1</b> être déposé en face de : [[ὀνείατα]] προκείμενα IL, OD mets placés devant des convives ; δαὶς προκειμένη HDT, [[δεῖπνον]] προκείμενον HDT repas servi;<br /><b>2</b> être situé <i>ou</i> s'étendre en avant : [[Αἴγυπτος]] προκειμένη τῆς ἐχομένης γῆς HDT l'Égypte s'avançant dans la mer plus loin que les pays adjacents (l'Arabie et la Libye) ; <i>particul.</i> servir de rempart, de défense : πρόκειται τῆς χώρας ὄρη XÉN des montagnes défendent les approches du pays;<br /><b>3</b> s'étendre en avant, au loin : [[ἐν]] [[τῇ]] θαλάττῃ προκείμενον [[χωρίον]] XÉN territoire qui s'avance dans la mer ; <i>simpl.</i> s'étendre, s'allonger : παρὰ ἤπειρον [[νῆσος]] προκειμένη XÉN île qui s'étend le long du continent;<br /><b>II.</b> être exposé aux regards, <i>d'où</i> :<br /><b>1</b> être, se trouver : πρόκεισθαι [[ἐν]] μέσῳ LUC être au milieu d'une chambre ; <i>en mauv. part</i> être jeté sur la voie publique, être abandonné : [[παιδίον]] προκείμενον HDT petit enfant exposé, abandonné ; [[ἄτιμος]] [[πρόκειμαι]] SOPH me voici jeté là comme un objet de rebut;<br /><b>2</b> être proposé (<i>propr.</i> placé devant les yeux) comme but, comme modèle, comme récompense, <i>etc.</i> : [[ἄεθλος]] προκείμενος HDT tâche proposée ; πρόκειται ζητεῖν LUC on se propose de rechercher;<br /><b>3</b> être posé sous les yeux de tous ; être établi, fixé : πρόκεινται νόμοι SOPH des lois sont établies ; θανάτου [[ζημία]] πρόκειται THC il y a peine de mort (lorsque, <i>etc.</i>) ; προκείμεναι ἡμέραι HDT jours fixés;<br /><b>4</b> <i>p. ext.</i> se présenter, se produire : γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο HDT trois avis se produisaient.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[κεῖμαι]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πρόκειμαι''': (περὶ τοῦ Ἰων. τύπου προκέεσθαι ἴδε ἐν λ. [[κεῖμαι]])· μέλλ. -κείσομαι. Ἐν χρήσει ὡς παθ. τοῦ [[προτίθημι]], [[κεῖμαι]], εἶμαι τεθειμένος ἐνώπιόν τινος, ἐπ’ ὀνείαθ’ ἑτοῖμα προκείμενα χεῖρας ἴαλλον Ἰλ. Ι. 91, Ὀδ. Α. 149, κτλ.· πρ. δαίς, [[δεῖπνον]] Ἡρόδ. 1. 211., 5. 105· τὰ πρ. ἀγαθὰ ὁ αὐτ. 9. 82. 2) [[κεῖμαι]] ἐκτεθειμένος, [[ὁρέω]] [[παιδίον]] [[προκείμενον]] ὁ αὐτ. 1. 111, πρβλ. Δημ. 1078. 26· ἐκ γῆς, [[ὅθεν]] [[προὔκειτο]] Σοφ. Τρ. 702· ἄτιμος ὧδε [[πρόκειμαι]], λέγει ὁ [[Αἴας]] περὶ [[ἑαυτοῦ]], ὁ αὐτ. ἐν Αἴ. 427, πρβλ. Εὐρ. Τρῳ. 1179· ― [[μάλιστα]], [[κεῖμαι]] [[νεκρός]], [[ἐκτάδην]], Αἰσχύλ. Θήβ. 965, Σοφ. Αἴ. 1059· ὁ προκείμενος, τὸ [[πτῶμα]] τὸ κείμενον καὶ ἕτοιμον πρὸς ταφήν, Σοφ. Ἀντ. 1101, Εὐρ. Ἄλκ. 1012, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 537, πρβλ. Ὄρν. 474, Ἀντιφῶν 145. 20, Λουκ. περὶ πένθους 12· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἐξενεχθείς, Λυσ. Ἀποσπ. 11· ― μεταφορ., πρὸς ὕβριν πρ., εἶμαι ἐκτεθειμένος εἰς..., Διοδ. Ἐκλογ. 596. 67. 3) εἶμαι ἐκτεθειμένος ἐνώπιον πάντων ὡς [[βραβεῖον]] ἀγῶνος, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 312· ― [[ἐντεῦθεν]], β) μεταφορ., τίθεμαι ἐνώπιον πάντων, προτίθεμαι, προβάλλομαι, Λατ. in medio roni, γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο, [[τρεῖς]] γνῶμαι εἶχον προταθῆ, Πλάτ. Πολ. 533Ε, πρβλ. Φαῖδρ. 237C· πρόκειται τῷ συμβουλεύοντι σκοπὸς τὸ συμφέρον Ἀριστ. τέλους Ρητορ. 1. 6, 1· ― [[συχνάκις]] ἐπὶ κόπων καὶ ἀγώνων, [[πόνος]] τε καὶ ἀγὼν [[ἔσχατος]] ψυχῇ πρόκειται [[Πλάτων]]. Φαῖδρ. 247Β, πρβλ. Λάχ. 182Α· καταγέλαστον..., ὃ [[πάλαι]] πρόκειται, τοῦτο [[πάλιν]] προτιθέναι αὐτ. ἐν Εὐθυδ. 279D· σῴζομαι, [[ὑπάρχω]], προοίμια πρ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 722D· ― συχν. ἐν τῇ μετοχ., ἄεθλος προκείμενος, [[ἀγών]], [[ἔργον]] προταθέν, Ἡρόδ. 1. 126., 4. 10, πρβλ. Αἰσχύλ. Πρ. 257, 755· ἀγῶνος μεγίστου πρ. Ἡρόδ. 9. 60· ἄθλα πρ. Λυσ. 96. 7, Ξεν. Κύρ. 2. 3, 2, κτλ.· τὸ πρ. πόνον Εὐρ. Ἄλκ. 1149· [[ἔργον]] ἔχειν πρ. Πλάτ. Πολ. 407Α· τὰ προκείμενα, ἀντίθετον τῷ μέλλοντα [[ταῦτα]], Σοφ. Ἀντ. 1334, Εὐρ. Ρῆσ. 984· οὕτω, ξυμφορᾶς προκειμένης ὁ αὐτ. ἐν Ἀλκ. 551· τὸ πρ. ἐν τῷ λόγῳ ἢ τὸ πρ., τὸ ὑπὸ συζήτησιν [[ζήτημα]], Πλάτ. Γοργ. 457D, Λάχ. 184C, κτλ.· οὕτω, τὸ πρ. [[πρῆγμα]], τὸ ἐν χερσὶ [[πρᾶγμα]], ἡ [[ὑπόθεσις]], Ἡρόδ. 1. 207· ― ἀπροσ., περὶ σωτηρίας προκειμένου, [[ὅταν]] τὸ [[ζήτημα]] [[εἶναι]] περὶ σωτηρίας, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 401· πρόκειται ἡμῖν ζητεῖν Λουκ. Παράσ. 54, πρβλ. Διον. Ἁλ. Τέχνη Ρητ. 7. 5. 4) [[κεῖμαι]] ἐκ τῶν προτέρων, νόμοι πρόκεινται Σοφ. Ο. Τ. 865· πρ. σημήια, σημεῖα ὡρισμένα ἐκ τῶν προτέρων, προσυμπεφωνημένα, Ἡρόδ. 2. 38· αἱ προκείμεναι ἡμέραι, αἱ ἐκ τῶν προτέρων ὁρισθεῖσαι ἡμέραι, ὁ αὐτ. 2. 87· [[οὕτως]], ἐνιαυτοὶ πρόκεινται ἐς [[ὀγδώκοντα]], [[εἶναι]] ὡρισμένοι μέχρις 80, Ἡρόδ. 3. 22· πρ. [[ἀνάγκη]] ὁ αὐτ. 1. 11· ― ἐπὶ νόμων, νόμους ὑπερβαίνουσι τοὺς πρ. Σοφ. Ἀντ. 481· ἐπὶ ποινῶν, στέρεσθαι κρατὸς ἦν [[προκείμενον]] Αἰσχύλ. Πέρσ. 371· [[φόνος]] πρ. [[δημόλευστος]] Σοφ. Ἀντ. 36· πολλῶν [ἁμαρτημάτων] θανάτου [[ζημία]] πρ. Θουκ. 3. 45· τὸ θανεῖν... πᾶσι πρόκειται Ἑλλ. Ἐπιγρ. 198. 5) πρῶτος ἔχω ῥηθῇ, Ἀριστ. Τοπ. 6. 5, 1. ΙΙ. [[κεῖμαι]] [[ἔμπροσθεν]], [[κεῖμαι]] ἐνώπιόν τινος, μετὰ γεν., [[Αἴγυπτος]] προκειμένη τῆς ἐχομένης γῆς Ἡρόδ. 2. 12, πρβλ. 4. 99· ᾖ (ἢ οὖ) [[χρυσήλατος]] [[προὔκειτο]] μαστῶν [[περονίς]], [[ἔνθα]] [[ὑπεράνω]] τῶν μαστῶν ὑπῆρχε [[χρυσήλατος]] μικρὰ [[περόνη]] (κοινῶς ᾧ [[ὅπερ]] βεβαίως προῆλθεν ἐκ τῆς προηγουμένης λέξεως πέπλον: οὕτω δὲ θὰ ἐσήμαινεν: ὃς περονίδα εἶχε μαστῶν προκειμένην), Σοφ. Τρ. 925· πρὸ τῶν ἀνθρώπων πρ. τὰ παραφράγματα Πλάτ. Πολ. 514Β· ― ἀπολ., ἐπὶ ἀκρωτηρίου, νήσου κτλ., ἐν τῇ θαλάττῃ πρ. [[χωρίον]] Ξεν. Ἀν. 6. 4, 3· τὰ προκείμενα τῆς χώρας ὄρη Ἀπομν. 3. 5, 27· παρὰ ἤπειρον [[νῆσος]] πρ. ὁ αὐτ. ἐν Ἀθην. 2. 13, κτλ. ΙΙΙ. προηγοῦμαι, [[γράμμα]] τὸ [[προκείμενον]], τὸ ἀρκτικὸν [[γράμμα]], Ἀνθ. Π. 11. 426· ἐν τοῖς πρ., ἐν ταῖς προηγηθείσαις σελίσιν, Ἀπολλ. π. Συντάξ. 138, πρβλ. 32, κτλ.
|elnltext=πρό-κειμαι, imperf. προυκείμην en προεκείμην; voor iets liggen, vandaar voor iedereen zichtbaar zijn, aanwezig zijn voor... liggen, voor... staan, met gen.:; τὴν Αἴγυπτον προκειμένην τῆς ἐχομένης γῆς Egypte dat voor het aangrenzende land ligt Hdt. 2.12.1; προὔκειτο μαστῶν περονίς een gesp lag voor op haar boezem Soph. Tr. 925; πρὸ τῶν ἀνθρώπων πρόκειται τὰ παραφράγματα voor de mensen zijn de schermen geplaatst Plat. Resp. 514b; abs..; ἐπ’ ὀνείαθ’ ἑτοῖμα προκείμενα χεῖρας ἴαλλον zij strekten de handen uit naar de gereedstaande spijzen die voor hen stonden Il. 9.91; ἔστι δ’ ἐν τῇ θαλάττῃ προκείμενον χωρίον er ligt een vooruitspringend stuk land in de zee Xen. An. 6.4.3; overdr.. πάσης μούσης προοίμια θαυμαστῶς ἐσπουδασμένα πρόκειται aan alle soorten muziek gaan prachtig gecomponeerde preludes vooraf Plat. Lg. 722e. in het zicht liggen, uitgestald zijn, ten toon liggen:; τὰ προκείμενα ἀγαθά de uitgestalde pracht en praal Hdt. 9.82.2; ὁρέω παιδίον προκείμενον ik zie een kindje verlaten liggen Hdt. 1.111.3; ptc. subst.. κτίσον δὲ τῷ προκειμένῳ τάφον richt een graf in voor de opgebaarde dode Soph. Ant. 1101; ἄτιμος ὧδε πρόκειμαι zonder eer lig ik hier te koop Soph. Ai. 427; σὺ δ’ οὐκ ἔφραζες σῆς προκείμενον νέκυν γυναικός je hebt niet verteld dat het lichaam van je vrouw opgebaard lag Eur. Alc. 1012. voorliggen, klaar liggen, voorhanden zijn:; ἀγῶνος μεγίστου προκειμένου ἐλευθέρην εἶναι ἢ δεδουλωμένην τὴν Ἑλλάδα nu de belangrijkste strijd voorligt, die beslist of Griekenland in vrijheid of in slavernij zal leven Hdt. 9.60.1; τοσαύτης συμφορᾶς προκειμένης nu er zich een zo groot ongeluk zich voordoet Eur. Alc. 551; οἷα τὰ ἆθλα πρόκειται τῶν τοιούτων ἁμαρτημάτων wat de prijs is die op dergelijke vergrijpen staat Lys. 1.47; ἀγὼν ἔσχατος ψυχῇ πρόκειται de uiterste strijd staat de ziel te wachten Plat. Phaedr. 247b; τὰ τῶν νικωμένων πάντα τοῖς νικῶσιν ἀεὶ ἆθλα πρόκειται alle bezit van de overwonnenen ligt steeds als prijs voor de overwinnaar klaar Xen. Cyr. 2.3.2; περὶ τοῦ προκειμένου πρήγματος over de zaak in kwestie Hdt. 1.207.3; σοὶ καὶ ἐμοὶ λόγος πρόκειται πότερα... ἤ voor jou en mij ligt de vraag, of... of Plat. Phaedr. 237c; ptc. subst. τὸ προκείμενον onderwerp:; τὸ προκείμενον ἐν τῷ λόγῳ het onderwerp van bespreking Plat. Grg. 457d; ptc. subst..; τὰ προκείμενα de huidige taken Soph. Ant. 1334; onpers. πρόκειται het gaat erom, met περί + gen.: περὶ σωτηρίας προκειμένου nu het een kwestie is van onze redding Aristoph. Eccl. 401; πρόκειται δὲ ἡμῖν περὶ παρασίτου ζητεῖν onze taak is een onderzoek doen over de parasiet Luc. 33.54. vastgesteld zijn:. πρόκεινται νόμοι de wetten liggen vast Soph. OT 865; θανάτου ζημία πρόκειται er staat de doodstraf op Thuc. 3.45.1.
}}
{{elru
|elrutext='''πρόκειμαι:'''<br /><b class="num">1)</b> [[лежать впереди]] ([[παιδίον]] [[προκείμενον]] Her.): ὁ προκείμενος Soph., Arph. лежащий (без погребения) мертвец, непогребенное тело; οὐδ᾽ ἔστιν ἄθλου [[τέρμα]] σοι [[προκείμενον]]; Aesch. разве нет впереди конца твоей (тяжелой) борьбе?; πρόκεινται [[δεῖγμα]] NT они служат примером;<br /><b class="num">2)</b> [[быть расположенным впереди]], [[выступать вперед]], [[выдаваться]] (οἱ προκείμενοι τῶν στοῶν πύργοι Polyb.): π. ἐς θάλασσαν Her. и ἐν τῇ θαλάττῃ Xen. вдаваться в море; π. τῆς ἐχομένης γῆς Her. выступать (в море) дальше смежной земли; τὸ [[γράμμα]] [[προκείμενον]] Anth. начальная буква, инициал;<br /><b class="num">3)</b> [[быть предложенным или поданным]] ([[ὀνείατα]] προκείμενα Hom.): π. ἐν μέσῳ Luc. находиться в середине;<br /><b class="num">4)</b> [[быть выдвинутым]], [[быть]] (уже) высказанным (γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο Her.);<br /><b class="num">5)</b> (о наградах в состязаниях), [[быть выставленным]], [[быть назначенным]], (προκείμενα ἆθλα Plat., Plut.);<br /><b class="num">6)</b> [[предстоять]] (σοὶ καὶ ἐμοὶ ὁ [[λόγος]] πρόκειται Plat.; ἡ [[νῦν]] [[ἡμῖν]] προκειμένη [[σκέψις]] Arst.): ποιέειν ἢ [[παθέειν]] προκέεται [[ἀγών]] Her. речь идет о том (досл. предстоит борьба за то), действовать ли самим или подвергнуться насилию; τὸ [[προκείμενον]] (ἐν τῷ λόγῳ) Plat. подлежащий обсуждению вопрос;<br /><b class="num">7)</b> [[быть в наличии]] (ἡ προκειμένη [[ἐλπίς]] NT): μέλλοντα [[ταῦτα]] τῶν προκειμένων τι χρὴ πράσσειν Soph. это - дела будущие; надо что-то предпринять относительно настоящего;<br /><b class="num">8)</b> [[быть установленным]] (νόμοι προκείμενοι Soph.): τὰς προκειμένας ἡμέρας Her. на установленное (определенное) число дней; τὰ προκείμενα σημήϊα Her. установленные знаки, т. е. особые приметы; πρόκειται [[φόνος]] Soph. или θανάτου [[ζημία]] Her. установлена (грозит) смертная казнь;<br /><b class="num">9)</b> лог. [[предшествовать]], [[быть предпосланным]]: πρόκειται τοῦ λόγου τὸ τί ἐστιν Arst. (в определении) на первом месте находится сущность определяемого.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 34: Line 37:
|lsmtext='''πρόκειμαι:''' Ιων. απαρ. -[[κέεσθαι]], μέλ. <i>-κείσομαι</i>· χρησιμ. ως Παθ. του [[προτίθημι]],<br /><b class="num">I. 1.</b> βρίσκομαι [[μπροστά]] από κάποιον, λέγεται για [[δείπνο]], σε Όμηρ., Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[κείμαι]] εκτεθειμένος, λέγεται για [[παιδί]], σε Ηρόδ.· βρίσκομαι [[νεκρός]], σε Αισχύλ., Σοφ.· <i>ὁ προκείμενος</i>, το [[πτώμα]] που κείτεται έτοιμο για [[ταφή]], σε Σοφ. κ.λπ.<br /><b class="num">3.</b> είμαι εκτεθειμένος ενώπιον όλων, είμαι προς [[διεκδίκηση]] από όλους ως [[βραβείο]] ενός αγώνα, σε Ησίοδ.· μεταφ., τίθεμαι ενώπιον όλων, [[προτίθεμαι]], προβάλλομαι, Λατ. in [[medio]] poni, γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο, [[τρεις]] γνώμες είχαν προταθεί, είχαν προβληθεί, σε Ηρόδ. κ.λπ.· λέγεται για μόχθους, αγώνες, [[πόνος]] τε καὶ ἀγὼν πρόκειται, σε Πλάτ.· με μτχ., [[ἄεθλος]] προκείμενος, το [[έργο]] που προτάθηκε, σε Ηρόδ. κ.λπ.· <i>τὰ προκείμενα</i>, αντίθ. προς τα <i>μέλλοντα</i>, σε Σοφ.· τὸ [[προκείμενον]] [[πρῆγμα]], [[υπόθεση]] που βρίσκεται στα χέρια μας, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">4.</b> [[κείμαι]] εκ των προτέρων, είμαι ορισμένος από [[πριν]], <i>αἱ προκείμεναι ἡμέραι</i>, οι ορισμένες μέρες, στον ίδ.· ομοίως, ἐνιαυτοὶ πρόκεινται ἐς [[ὀγδώκοντα]], είναι ορισμένοι, καθορισμένοι, στον ίδ.· ομοίως, λέγεται για νόμους, <i>νόμοι οἱ προκείμενοι</i>, σε Σοφ.· λέγεται για ποινές, σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> βρίσκομαι [[μπροστά]] από, [[κείμαι]] ενώπιον, με γεν., [[Αἴγυπτος]] προκειμένη τῆς ἐχομένης γῆς, σε Ηρόδ.· <i>τὰ προκείμενα τῆς χώρας ὄρη</i>, σε Ξεν.<br /><b class="num">III.</b> [[προηγούμαι]], [[γράμμα]] πρόκειται, αρχικό [[γράμμα]], σε Ανθ.
|lsmtext='''πρόκειμαι:''' Ιων. απαρ. -[[κέεσθαι]], μέλ. <i>-κείσομαι</i>· χρησιμ. ως Παθ. του [[προτίθημι]],<br /><b class="num">I. 1.</b> βρίσκομαι [[μπροστά]] από κάποιον, λέγεται για [[δείπνο]], σε Όμηρ., Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[κείμαι]] εκτεθειμένος, λέγεται για [[παιδί]], σε Ηρόδ.· βρίσκομαι [[νεκρός]], σε Αισχύλ., Σοφ.· <i>ὁ προκείμενος</i>, το [[πτώμα]] που κείτεται έτοιμο για [[ταφή]], σε Σοφ. κ.λπ.<br /><b class="num">3.</b> είμαι εκτεθειμένος ενώπιον όλων, είμαι προς [[διεκδίκηση]] από όλους ως [[βραβείο]] ενός αγώνα, σε Ησίοδ.· μεταφ., τίθεμαι ενώπιον όλων, [[προτίθεμαι]], προβάλλομαι, Λατ. in [[medio]] poni, γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο, [[τρεις]] γνώμες είχαν προταθεί, είχαν προβληθεί, σε Ηρόδ. κ.λπ.· λέγεται για μόχθους, αγώνες, [[πόνος]] τε καὶ ἀγὼν πρόκειται, σε Πλάτ.· με μτχ., [[ἄεθλος]] προκείμενος, το [[έργο]] που προτάθηκε, σε Ηρόδ. κ.λπ.· <i>τὰ προκείμενα</i>, αντίθ. προς τα <i>μέλλοντα</i>, σε Σοφ.· τὸ [[προκείμενον]] [[πρῆγμα]], [[υπόθεση]] που βρίσκεται στα χέρια μας, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">4.</b> [[κείμαι]] εκ των προτέρων, είμαι ορισμένος από [[πριν]], <i>αἱ προκείμεναι ἡμέραι</i>, οι ορισμένες μέρες, στον ίδ.· ομοίως, ἐνιαυτοὶ πρόκεινται ἐς [[ὀγδώκοντα]], είναι ορισμένοι, καθορισμένοι, στον ίδ.· ομοίως, λέγεται για νόμους, <i>νόμοι οἱ προκείμενοι</i>, σε Σοφ.· λέγεται για ποινές, σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> βρίσκομαι [[μπροστά]] από, [[κείμαι]] ενώπιον, με γεν., [[Αἴγυπτος]] προκειμένη τῆς ἐχομένης γῆς, σε Ηρόδ.· <i>τὰ προκείμενα τῆς χώρας ὄρη</i>, σε Ξεν.<br /><b class="num">III.</b> [[προηγούμαι]], [[γράμμα]] πρόκειται, αρχικό [[γράμμα]], σε Ανθ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πρόκειμαι:'''<br /><b class="num">1)</b> [[лежать впереди]] ([[παιδίον]] [[προκείμενον]] Her.): ὁ προκείμενος Soph., Arph. лежащий (без погребения) мертвец, непогребенное тело; οὐδ᾽ ἔστιν ἄθλου [[τέρμα]] σοι [[προκείμενον]]; Aesch. разве нет впереди конца твоей (тяжелой) борьбе?; πρόκεινται [[δεῖγμα]] NT они служат примером;<br /><b class="num">2)</b> [[быть расположенным впереди]], [[выступать вперед]], [[выдаваться]] (οἱ προκείμενοι τῶν στοῶν πύργοι Polyb.): π. ἐς θάλασσαν Her. и ἐν τῇ θαλάττῃ Xen. вдаваться в море; π. τῆς ἐχομένης γῆς Her. выступать (в море) дальше смежной земли; τὸ [[γράμμα]] [[προκείμενον]] Anth. начальная буква, инициал;<br /><b class="num">3)</b> [[быть предложенным или поданным]] ([[ὀνείατα]] προκείμενα Hom.): π. ἐν μέσῳ Luc. находиться в середине;<br /><b class="num">4)</b> [[быть выдвинутым]], [[быть]] (уже) высказанным (γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο Her.);<br /><b class="num">5)</b> (о наградах в состязаниях), [[быть выставленным]], [[быть назначенным]], (προκείμενα ἆθλα Plat., Plut.);<br /><b class="num">6)</b> [[предстоять]] (σοὶ καὶ ἐμοὶ ὁ [[λόγος]] πρόκειται Plat.; ἡ [[νῦν]] [[ἡμῖν]] προκειμένη [[σκέψις]] Arst.): ποιέειν ἢ [[παθέειν]] προκέεται [[ἀγών]] Her. речь идет о том (досл. предстоит борьба за то), действовать ли самим или подвергнуться насилию; τὸ [[προκείμενον]] (ἐν τῷ λόγῳ) Plat. подлежащий обсуждению вопрос;<br /><b class="num">7)</b> [[быть в наличии]] (ἡ προκειμένη [[ἐλπίς]] NT): μέλλοντα [[ταῦτα]] τῶν προκειμένων τι χρὴ πράσσειν Soph. это - дела будущие; надо что-то предпринять относительно настоящего;<br /><b class="num">8)</b> [[быть установленным]] (νόμοι προκείμενοι Soph.): τὰς προκειμένας ἡμέρας Her. на установленное (определенное) число дней; τὰ προκείμενα σημήϊα Her. установленные знаки, т. е. особые приметы; πρόκειται [[φόνος]] Soph. или θανάτου [[ζημία]] Her. установлена (грозит) смертная казнь;<br /><b class="num">9)</b> лог. [[предшествовать]], [[быть предпосланным]]: πρόκειται τοῦ λόγου τὸ τί ἐστιν Arst. (в определении) на первом месте находится сущность определяемого.
|lstext='''πρόκειμαι''': (περὶ τοῦ Ἰων. τύπου προκέεσθαι ἴδε ἐν λ. [[κεῖμαι]])· μέλλ. -κείσομαι. Ἐν χρήσει ὡς παθ. τοῦ [[προτίθημι]], [[κεῖμαι]], εἶμαι τεθειμένος ἐνώπιόν τινος, ἐπ’ ὀνείαθ’ ἑτοῖμα προκείμενα χεῖρας ἴαλλον Ἰλ. Ι. 91, Ὀδ. Α. 149, κτλ.· πρ. δαίς, [[δεῖπνον]] Ἡρόδ. 1. 211., 5. 105· τὰ πρ. ἀγαθὰ ὁ αὐτ. 9. 82. 2) [[κεῖμαι]] ἐκτεθειμένος, [[ὁρέω]] [[παιδίον]] [[προκείμενον]] ὁ αὐτ. 1. 111, πρβλ. Δημ. 1078. 26· ἐκ γῆς, [[ὅθεν]] [[προὔκειτο]] Σοφ. Τρ. 702· ἄτιμος ὧδε [[πρόκειμαι]], λέγει ὁ [[Αἴας]] περὶ [[ἑαυτοῦ]], ὁ αὐτ. ἐν Αἴ. 427, πρβλ. Εὐρ. Τρῳ. 1179· ― [[μάλιστα]], [[κεῖμαι]] [[νεκρός]], [[ἐκτάδην]], Αἰσχύλ. Θήβ. 965, Σοφ. Αἴ. 1059· ὁ προκείμενος, τὸ [[πτῶμα]] τὸ κείμενον καὶ ἕτοιμον πρὸς ταφήν, Σοφ. Ἀντ. 1101, Εὐρ. Ἄλκ. 1012, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 537, πρβλ. Ὄρν. 474, Ἀντιφῶν 145. 20, Λουκ. περὶ πένθους 12· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἐξενεχθείς, Λυσ. Ἀποσπ. 11· ― μεταφορ., πρὸς ὕβριν πρ., εἶμαι ἐκτεθειμένος εἰς..., Διοδ. Ἐκλογ. 596. 67. 3) εἶμαι ἐκτεθειμένος ἐνώπιον πάντων ὡς [[βραβεῖον]] ἀγῶνος, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 312· ― [[ἐντεῦθεν]], β) μεταφορ., τίθεμαι ἐνώπιον πάντων, προτίθεμαι, προβάλλομαι, Λατ. in medio roni, γνῶμαι [[τρεῖς]] προεκέατο, [[τρεῖς]] γνῶμαι εἶχον προταθῆ, Πλάτ. Πολ. 533Ε, πρβλ. Φαῖδρ. 237C· πρόκειται τῷ συμβουλεύοντι σκοπὸς τὸ συμφέρον Ἀριστ. τέλους Ρητορ. 1. 6, 1· ― [[συχνάκις]] ἐπὶ κόπων καὶ ἀγώνων, [[πόνος]] τε καὶ ἀγὼν [[ἔσχατος]] ψυχῇ πρόκειται [[Πλάτων]]. Φαῖδρ. 247Β, πρβλ. Λάχ. 182Α· καταγέλαστον..., ὃ [[πάλαι]] πρόκειται, τοῦτο [[πάλιν]] προτιθέναι ὁ αὐτ. ἐν Εὐθυδ. 279D· σῴζομαι, [[ὑπάρχω]], προοίμια πρ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 722D· ― συχν. ἐν τῇ μετοχ., ἄεθλος προκείμενος, [[ἀγών]], [[ἔργον]] προταθέν, Ἡρόδ. 1. 126., 4. 10, πρβλ. Αἰσχύλ. Πρ. 257, 755· ἀγῶνος μεγίστου πρ. Ἡρόδ. 9. 60· ἄθλα πρ. Λυσ. 96. 7, Ξεν. Κύρ. 2. 3, 2, κτλ.· τὸ πρ. πόνον Εὐρ. Ἄλκ. 1149· [[ἔργον]] ἔχειν πρ. Πλάτ. Πολ. 407Α· τὰ προκείμενα, ἀντίθετον τῷ μέλλοντα [[ταῦτα]], Σοφ. Ἀντ. 1334, Εὐρ. Ρῆσ. 984· οὕτω, ξυμφορᾶς προκειμένης ὁ αὐτ. ἐν Ἀλκ. 551· τὸ πρ. ἐν τῷ λόγῳ ἢ τὸ πρ., τὸ ὑπὸ συζήτησιν [[ζήτημα]], Πλάτ. Γοργ. 457D, Λάχ. 184C, κτλ.· οὕτω, τὸ πρ. [[πρῆγμα]], τὸ ἐν χερσὶ [[πρᾶγμα]], ἡ [[ὑπόθεσις]], Ἡρόδ. 1. 207· ― ἀπροσ., περὶ σωτηρίας προκειμένου, [[ὅταν]] τὸ [[ζήτημα]] [[εἶναι]] περὶ σωτηρίας, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 401· πρόκειται ἡμῖν ζητεῖν Λουκ. Παράσ. 54, πρβλ. Διον. Ἁλ. Τέχνη Ρητ. 7. 5. 4) [[κεῖμαι]] ἐκ τῶν προτέρων, νόμοι πρόκεινται Σοφ. Ο. Τ. 865· πρ. σημήια, σημεῖα ὡρισμένα ἐκ τῶν προτέρων, προσυμπεφωνημένα, Ἡρόδ. 2. 38· αἱ προκείμεναι ἡμέραι, αἱ ἐκ τῶν προτέρων ὁρισθεῖσαι ἡμέραι, ὁ αὐτ. 2. 87· [[οὕτως]], ἐνιαυτοὶ πρόκεινται ἐς [[ὀγδώκοντα]], [[εἶναι]] ὡρισμένοι μέχρις 80, Ἡρόδ. 3. 22· πρ. [[ἀνάγκη]] ὁ αὐτ. 1. 11· ― ἐπὶ νόμων, νόμους ὑπερβαίνουσι τοὺς πρ. Σοφ. Ἀντ. 481· ἐπὶ ποινῶν, στέρεσθαι κρατὸς ἦν [[προκείμενον]] Αἰσχύλ. Πέρσ. 371· [[φόνος]] πρ. [[δημόλευστος]] Σοφ. Ἀντ. 36· πολλῶν [ἁμαρτημάτων] θανάτου [[ζημία]] πρ. Θουκ. 3. 45· τὸ θανεῖν... πᾶσι πρόκειται Ἑλλ. Ἐπιγρ. 198. 5) πρῶτος ἔχω ῥηθῇ, Ἀριστ. Τοπ. 6. 5, 1. ΙΙ. [[κεῖμαι]] [[ἔμπροσθεν]], [[κεῖμαι]] ἐνώπιόν τινος, μετὰ γεν., [[Αἴγυπτος]] προκειμένη τῆς ἐχομένης γῆς Ἡρόδ. 2. 12, πρβλ. 4. 99· ᾖ (ἢ οὖ) [[χρυσήλατος]] [[προὔκειτο]] μαστῶν [[περονίς]], [[ἔνθα]] [[ὑπεράνω]] τῶν μαστῶν ὑπῆρχε [[χρυσήλατος]] μικρὰ [[περόνη]] (κοινῶς ᾧ [[ὅπερ]] βεβαίως προῆλθεν ἐκ τῆς προηγουμένης λέξεως πέπλον: οὕτω δὲ θὰ ἐσήμαινεν: ὃς περονίδα εἶχε μαστῶν προκειμένην), Σοφ. Τρ. 925· πρὸ τῶν ἀνθρώπων πρ. τὰ παραφράγματα Πλάτ. Πολ. 514Β· ― ἀπολ., ἐπὶ ἀκρωτηρίου, νήσου κτλ., ἐν τῇ θαλάττῃ πρ. [[χωρίον]] Ξεν. Ἀν. 6. 4, 3· τὰ προκείμενα τῆς χώρας ὄρη Ἀπομν. 3. 5, 27· παρὰ ἤπειρον [[νῆσος]] πρ. ὁ αὐτ. ἐν Ἀθην. 2. 13, κτλ. ΙΙΙ. προηγοῦμαι, [[γράμμα]] τὸ [[προκείμενον]], τὸ ἀρκτικὸν [[γράμμα]], Ἀνθ. Π. 11. 426· ἐν τοῖς πρ., ἐν ταῖς προηγηθείσαις σελίσιν, Ἀπολλ. π. Συντάξ. 138, πρβλ. 32, κτλ.
}}
{{elnl
|elnltext=πρό-κειμαι, imperf. προυκείμην en προεκείμην; voor iets liggen, vandaar voor iedereen zichtbaar zijn, aanwezig zijn voor... liggen, voor... staan, met gen.:; τὴν Αἴγυπτον προκειμένην τῆς ἐχομένης γῆς Egypte dat voor het aangrenzende land ligt Hdt. 2.12.1; προὔκειτο μαστῶν περονίς een gesp lag voor op haar boezem Soph. Tr. 925; πρὸ τῶν ἀνθρώπων πρόκειται τὰ παραφράγματα voor de mensen zijn de schermen geplaatst Plat. Resp. 514b; abs..; ἐπ’ ὀνείαθ’ ἑτοῖμα προκείμενα χεῖρας ἴαλλον zij strekten de handen uit naar de gereedstaande spijzen die voor hen stonden Il. 9.91; ἔστι δ’ ἐν τῇ θαλάττῃ προκείμενον χωρίον er ligt een vooruitspringend stuk land in de zee Xen. An. 6.4.3; overdr.. πάσης μούσης προοίμια θαυμαστῶς ἐσπουδασμένα πρόκειται aan alle soorten muziek gaan prachtig gecomponeerde preludes vooraf Plat. Lg. 722e. in het zicht liggen, uitgestald zijn, ten toon liggen:; τὰ προκείμενα ἀγαθά de uitgestalde pracht en praal Hdt. 9.82.2; ὁρέω παιδίον προκείμενον ik zie een kindje verlaten liggen Hdt. 1.111.3; ptc. subst.. κτίσον δὲ τῷ προκειμένῳ τάφον richt een graf in voor de opgebaarde dode Soph. Ant. 1101; ἄτιμος ὧδε πρόκειμαι zonder eer lig ik hier te koop Soph. Ai. 427; σὺ δ’ οὐκ ἔφραζες σῆς προκείμενον νέκυν γυναικός je hebt niet verteld dat het lichaam van je vrouw opgebaard lag Eur. Alc. 1012. voorliggen, klaar liggen, voorhanden zijn:; ἀγῶνος μεγίστου προκειμένου ἐλευθέρην εἶναι ἢ δεδουλωμένην τὴν Ἑλλάδα nu de belangrijkste strijd voorligt, die beslist of Griekenland in vrijheid of in slavernij zal leven Hdt. 9.60.1; τοσαύτης συμφορᾶς προκειμένης nu er zich een zo groot ongeluk zich voordoet Eur. Alc. 551; οἷα τὰ ἆθλα πρόκειται τῶν τοιούτων ἁμαρτημάτων wat de prijs is die op dergelijke vergrijpen staat Lys. 1.47; ἀγὼν ἔσχατος ψυχῇ πρόκειται de uiterste strijd staat de ziel te wachten Plat. Phaedr. 247b; τὰ τῶν νικωμένων πάντα τοῖς νικῶσιν ἀεὶ ἆθλα πρόκειται alle bezit van de overwonnenen ligt steeds als prijs voor de overwinnaar klaar Xen. Cyr. 2.3.2; περὶ τοῦ προκειμένου πρήγματος over de zaak in kwestie Hdt. 1.207.3; σοὶ καὶ ἐμοὶ ὁ λόγος πρόκειται πότερα... ἤ voor jou en mij ligt de vraag, of... of Plat. Phaedr. 237c; ptc. subst. τὸ προκείμενον onderwerp:; τὸ προκείμενον ἐν τῷ λόγῳ het onderwerp van bespreking Plat. Grg. 457d; ptc. subst..; τὰ προκείμενα de huidige taken Soph. Ant. 1334; onpers. πρόκειται het gaat erom, met περί + gen.: περὶ σωτηρίας προκειμένου nu het een kwestie is van onze redding Aristoph. Eccl. 401; πρόκειται δὲ ἡμῖν περὶ παρασίτου ζητεῖν onze taak is een onderzoek doen over de parasiet Luc. 33.54. vastgesteld zijn:. πρόκεινται νόμοι de wetten liggen vast Soph. OT 865; θανάτου ζημία πρόκειται er staat de doodstraf op Thuc. 3.45.1.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj