Anonymous

λαλέω: Difference between revisions

From LSJ
673 bytes added ,  15 October 2022
CSV import
m (Text replacement - "<span class="bibl">LXX" to "<span class="bibl">LXX")
(CSV import)
Line 51: Line 51:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=-ῶ (=μιλῶ, φλυαρῶ). Ἀπό τήν ἠχοποίητη ρίζα λαλἀπ' ὅπου καί τά παράγωγα: [[λάλος]] (=[[φλύαρος]]), [[λάλημα]] (=[[φλυαρία]]), [[λάλησις]], [[λαλητέος]], [[λαλητικός]], [[λαλητός]], [[ἀλάλητος]] (=[[ἀνέκφραστος]]), [[περιλάλητος]] (=[[περιβόητος]]), [[ἀπεριλάλητος]] (=πολυλογάς), [[ἀνεκλάλητος]] (=ἀπερίγραφτος), [[λαλητρίς]] (=γυναίκα φλύαρη), [[λαλιά]], [[λάληθρος]] (=[[φλύαρος]]), [[λάλαξ]] (=φωνακλάς), λαλαγῶ (=φλυαρῶ).
|mantxt=-ῶ (=μιλῶ, φλυαρῶ). Ἀπό τήν ἠχοποίητη ρίζα λαλἀπ' ὅπου καί τά παράγωγα: [[λάλος]] (=[[φλύαρος]]), [[λάλημα]] (=[[φλυαρία]]), [[λάλησις]], [[λαλητέος]], [[λαλητικός]], [[λαλητός]], [[ἀλάλητος]] (=[[ἀνέκφραστος]]), [[περιλάλητος]] (=[[περιβόητος]]), [[ἀπεριλάλητος]] (=πολυλογάς), [[ἀνεκλάλητος]] (=ἀπερίγραφτος), [[λαλητρίς]] (=γυναίκα φλύαρη), [[λαλιά]], [[λάληθρος]] (=[[φλύαρος]]), [[λάλαξ]] (=φωνακλάς), λαλαγῶ (=φλυαρῶ).
}}
{{elmes
|esmgtx=[[hablar]] como acción prohibida (τὸν ἔσχατον ψωμὸν) εἴπας διαμάσησαι καὶ πίε ἐπάνω οἶνον καὶ κοιμῶ μηδενὶ λαλήσας <b class="b3">después de hablar mastica el último bocado, bebe vino encima y vete a dormir sin hablar a nadie</b> P XXIIb 33 ἐὰν θέλῃς χρηματισθῆναι περὶ οὗτινος θέλεις πράγματος, λέγε τοῦτον <τὸν> λόγον θυμῷ, μηδὲν λαλήσας <b class="b3">si quieres recibir un oráculo sobre cualquier asunto que desees, pronuncia esta fórmula en tu mente, sin hablar</b> P LXXVII 4
}}
}}