3,274,313
edits
m (Text replacement - "τοῦ" to "τοῦ") |
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ") |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δεῖνα''': ὁ, ἡ, τό, γεν. [[δεῖνος]], δοτ. δεῖνι, αἰτ. [[δεῖνα]]· ἀλλ’ [[ἐνίοτε]] ἄκλιτον (ἴδε τὰ κατωτ. μνημονευόμενα χωρία)· ὀνομαστική τις [[δεῖν]], ὁ, ἀναφέρεται ἐκ τοῦ Σώφρωνος ὑπὸ Ἀπολλ. π. Ἀντωνυμ. 335C, πρβλ. Ἰω. Ἀλεξ. τονικ. παραγγ. 25· γενικὴ δὲ καὶ δοτ. τοῦ δείνατος, τῷ δείνατι αναφέρονται ὑπὸ Ἀπολλ. αὐτ. 336: ― τοιοῦτός τις, «ἕνας κἄποιος», ὃν δὲν θέλει τις ἢ δὲν δύναται νὰ ὀνομάσῃ, «ὁ τάδε», ἀείποτε μετὰ τοῦ ἄρθρου, ὁ [[δεῖνα]] Ἀριστοφ. Βατρ. 918, κτλ.· τὸν [[δεῖνα]] τὸν τοῦ [[δεῖνα]] ὁ αὐτ. Θεσμ. 622· ὁ [[δεῖνα]] τοῦ δεινὸς τὸν [[δεῖνα]] εἰσαγγέλει Δημ. 167. 25· ἃ ἂν ὁ δεῖνα ἢ ὁ δεῖνα εἴπῃ ὁ αὐτ. 27. 11· ὁ δεῖνα καὶ ὁ δεῖνα Ἀριστ. Ρητ. 3. 15, 5· τὸ δεῖνα, κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ τὸ [[πέος]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1149, πρβλ. Σχόλ. Λουκ. Διὶ Κατηγ. 23· τὸ δεῖνα δ’ ἐσθίεις; «τρώγεις τὸ [[δεῖνα]] ψάρι;» Ἀντιφ. Κουρ. 2· κατὰ γεν., ἐμὸς ἢ τοῦ [[δεῖνος]], [[ἰδικός]] μου ἢ ἄλλου τινός, τοῦ τάδε, Ἀριστ. Πολ. 2. 3, 5· δοτ., τῷ δεῖνι μεμφόμενος Δημ. 488. 23, πρβλ. 982. 25· ― πληθ. οἱ δεῖνες ὁ αὐτ. 756. 13· τῶν δείνων ὁ αὐτ. 489. 12. ΙΙ. τὸ [[δεῖνα]] [[εἶναι]] [[ὡσαύτως]] ἐν χρήσει παρὰ κωμ., [[ὅταν]] αἰφνιδίως ἐπέρχηται εἰς τὸν νοῦν τινος νὰ ἐρωτήσῃ ἢ νὰ ὑπομνήσῃ τι, [[ὅπερ]] [[τέως]] διέφευγε τὴν μνήμην | |lstext='''δεῖνα''': ὁ, ἡ, τό, γεν. [[δεῖνος]], δοτ. δεῖνι, αἰτ. [[δεῖνα]]· ἀλλ’ [[ἐνίοτε]] ἄκλιτον (ἴδε τὰ κατωτ. μνημονευόμενα χωρία)· ὀνομαστική τις [[δεῖν]], ὁ, ἀναφέρεται ἐκ τοῦ Σώφρωνος ὑπὸ Ἀπολλ. π. Ἀντωνυμ. 335C, πρβλ. Ἰω. Ἀλεξ. τονικ. παραγγ. 25· γενικὴ δὲ καὶ δοτ. τοῦ δείνατος, τῷ δείνατι αναφέρονται ὑπὸ Ἀπολλ. αὐτ. 336: ― τοιοῦτός τις, «ἕνας κἄποιος», ὃν δὲν θέλει τις ἢ δὲν δύναται νὰ ὀνομάσῃ, «ὁ τάδε», ἀείποτε μετὰ τοῦ ἄρθρου, ὁ [[δεῖνα]] Ἀριστοφ. Βατρ. 918, κτλ.· τὸν [[δεῖνα]] τὸν τοῦ [[δεῖνα]] ὁ αὐτ. Θεσμ. 622· ὁ [[δεῖνα]] τοῦ δεινὸς τὸν [[δεῖνα]] εἰσαγγέλει Δημ. 167. 25· ἃ ἂν ὁ δεῖνα ἢ ὁ δεῖνα εἴπῃ ὁ αὐτ. 27. 11· ὁ δεῖνα καὶ ὁ δεῖνα Ἀριστ. Ρητ. 3. 15, 5· τὸ δεῖνα, κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ τὸ [[πέος]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1149, πρβλ. Σχόλ. Λουκ. Διὶ Κατηγ. 23· τὸ δεῖνα δ’ ἐσθίεις; «τρώγεις τὸ [[δεῖνα]] ψάρι;» Ἀντιφ. Κουρ. 2· κατὰ γεν., ἐμὸς ἢ τοῦ [[δεῖνος]], [[ἰδικός]] μου ἢ ἄλλου τινός, τοῦ τάδε, Ἀριστ. Πολ. 2. 3, 5· δοτ., τῷ δεῖνι μεμφόμενος Δημ. 488. 23, πρβλ. 982. 25· ― πληθ. οἱ δεῖνες ὁ αὐτ. 756. 13· τῶν δείνων ὁ αὐτ. 489. 12. ΙΙ. τὸ [[δεῖνα]] [[εἶναι]] [[ὡσαύτως]] ἐν χρήσει παρὰ κωμ., [[ὅταν]] αἰφνιδίως ἐπέρχηται εἰς τὸν νοῦν τινος νὰ ἐρωτήσῃ ἢ νὰ ὑπομνήσῃ τι, [[ὅπερ]] [[τέως]] διέφευγε τὴν μνήμην αὐτοῦ, Ἀριστοφ. Σφηξ. 524, Εἰρ. 268, Ὄρν. 648, Λυσ. 921 καίτοι τὸ [[δεῖνα]]· ψίαθός ἐστ’ ἐξοιστέα, 926 καίτοι τὸ [[δεῖνα]]· [[προσκεφάλαιον]] οὐκ ἔχεις. | ||
}} | }} | ||
{{StrongGR | {{StrongGR |