Anonymous

πηγαίος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)"
m (Text replacement - "αῑα" to "αῖα")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. )")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο / πηγαῖος, -αία, -ον, ΝΜΑ<br />(για [[νερό]]) αυτός που ρέει ή αντλείται από [[πηγή]] (α. «πηγαῖα ὕδατα», Ιπποκρ. β. «πηγαῖον [[ἄχθος]]» — [[αγγείο]] γεμάτο [[νερό]] από [[πηγή]], <b>Ευρ.</b><br />γ. «πηγαῖον [[ῥέος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που μοιάζει σαν να προέρχεται απευθείας από [[πηγή]], [[αυθόρμητος]], [[αβίαστος]], [[γνήσιος]] (α. «πηγαίο [[ταλέντο]]» β. «πηγαία [[καλοσύνη]]»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[εκείνος]] που ανήκει στην πρώτη [[πηγή]], που προέρχεται από τον θεό<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ πηγαῖον</i> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «αρδάνιον»<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πηγαῖαι Κόραι» — οι Νύμφες (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πηγή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αῖος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μοιρ</i>-<i>αίος</i>)].
|mltxt=-α, -ο / πηγαῖος, -αία, -ον, ΝΜΑ<br />(για [[νερό]]) αυτός που ρέει ή αντλείται από [[πηγή]] (α. «πηγαῖα ὕδατα», Ιπποκρ. β. «πηγαῖον [[ἄχθος]]» — [[αγγείο]] γεμάτο [[νερό]] από [[πηγή]], <b>Ευρ.</b><br />γ. «πηγαῖον [[ῥέος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που μοιάζει σαν να προέρχεται απευθείας από [[πηγή]], [[αυθόρμητος]], [[αβίαστος]], [[γνήσιος]] (α. «πηγαίο [[ταλέντο]]» β. «πηγαία [[καλοσύνη]]»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[εκείνος]] που ανήκει στην πρώτη [[πηγή]], που προέρχεται από τον θεό<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ πηγαῖον</i> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «αρδάνιον»<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πηγαῖαι Κόραι» — οι Νύμφες (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πηγή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αῖος</i> ([[πρβλ]]. [[μοιραίος]])].
}}
}}