Anonymous

ρύτωρ: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)\]" to "<b>πρβλ.</b> , $7$9)]")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. )")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ορος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> ([[κυρίως]] ως [[προσωνυμία]] του Απόλλωνος) αυτός που έλκει ή τεντώνει [[κάτι]] («χρυσέων [[ῥύτωρ]] τόξων», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ῥύτωρ]] τόξου» — ο [[αστερισμός]] του τοξότη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ῥῡ</i>- του [[ἐρύω]] (<i>Ι</i>) «[[τραβώ]], [[σύρω]]» <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τωρ</i> (<b>πρβλ.</b> [[μηνύτωρ]], [[φυλάκτωρ]])].<br /> <b>(II)</b><br />-ορος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> [[σωτήρας]], [[λυτρωτής]]<br /><b>2.</b> [[προστάτης]], [[φύλακας]] («[[ῥύτωρ]] λιμοῦ καὶ θανάτου», <b>Ανθ. Παλ.</b>)<br /><b>3.</b> (η αιτ. πληθ.) <i>ῥύτορας</i><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τοὺς θαλλοὺς τοὺς καθαρτηρίους».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ῥῡ</i>- του <i>ἐρυω</i> (ΙΙ) «[[προστατεύω]]» <span style="color: red;">+</span> επίθημ. -<i>τωρ</i> (<b>πρβλ.</b> <i>πράκ</i>-<i>τωρ</i>)].
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ορος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> ([[κυρίως]] ως [[προσωνυμία]] του Απόλλωνος) αυτός που έλκει ή τεντώνει [[κάτι]] («χρυσέων [[ῥύτωρ]] τόξων», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ῥύτωρ]] τόξου» — ο [[αστερισμός]] του τοξότη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ῥῡ</i>- του [[ἐρύω]] (<i>Ι</i>) «[[τραβώ]], [[σύρω]]» <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τωρ</i> (<b>πρβλ.</b> [[μηνύτωρ]], [[φυλάκτωρ]])].<br /> <b>(II)</b><br />-ορος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> [[σωτήρας]], [[λυτρωτής]]<br /><b>2.</b> [[προστάτης]], [[φύλακας]] («[[ῥύτωρ]] λιμοῦ καὶ θανάτου», <b>Ανθ. Παλ.</b>)<br /><b>3.</b> (η αιτ. πληθ.) <i>ῥύτορας</i><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τοὺς θαλλοὺς τοὺς καθαρτηρίους».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ῥῡ</i>- του <i>ἐρυω</i> (ΙΙ) «[[προστατεύω]]» <span style="color: red;">+</span> επίθημ. -<i>τωρ</i> ([[πρβλ]]. [[πράκτωρ]])].
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[λυτρωτής]]). Ἀπό τό [[ρύομαι]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.
|mantxt=(=[[λυτρωτής]]). Ἀπό τό [[ρύομαι]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.
}}
}}