Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐκδέω: Difference between revisions

From LSJ
1,351 bytes added ,  5 August 2017
6_13b
(13_6a)
(6_13b)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0756.png Seite 756]] (s. δέω), an Etwas festbinden, anbinden; [[δρῦς]] ἔκδεον ἡμιόνων, sie banden die Eichen an Mauleseln fest, spannten diese zum Fortziehen davor, Il. 23, 121; σανίδας ἐκδῆσαι, die Thüren an den Pfosten anbinden, sie schließen, Od. 22, 174; χέρας βρόχοισιν, an einander binden, Eur. Andr. 556 u. Sp., wie Luc., δράκοντας ἐπὶ κοντῶν ἐκδεδεμένους, darauf festgebunden. – Med., sich Etwas festbinden, ἀγάλματα, umhängen, Her. 4, 76; wie das act. ἀκταῖσιν ἐκδήσαντο πλεκτὰς πεισμάτων ἀρχάς Eur. Hipp. 761, am Gestade; Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0756.png Seite 756]] (s. δέω), an Etwas festbinden, anbinden; [[δρῦς]] ἔκδεον ἡμιόνων, sie banden die Eichen an Mauleseln fest, spannten diese zum Fortziehen davor, Il. 23, 121; σανίδας ἐκδῆσαι, die Thüren an den Pfosten anbinden, sie schließen, Od. 22, 174; χέρας βρόχοισιν, an einander binden, Eur. Andr. 556 u. Sp., wie Luc., δράκοντας ἐπὶ κοντῶν ἐκδεδεμένους, darauf festgebunden. – Med., sich Etwas festbinden, ἀγάλματα, umhängen, Her. 4, 76; wie das act. ἀκταῖσιν ἐκδήσαντο πλεκτὰς πεισμάτων ἀρχάς Eur. Hipp. 761, am Gestade; Sp.
}}
{{ls
|lstext='''ἐκδέω''': μέλλ. -δήσω, δένω τι ἔκ τινος, προσδένω εἴς τι, ἐξαρτῶ, [[μετὰ]] γεν. πέτρης ἐκ πείσματα δήσας Ὀδ. Κ. 96· [[δρῦς]] ἔκδεον ἡμιόνων, ἔδενον τὰς [[δρῦς]] εἰς τὰς ἡμιόνους [[ὅπως]] ἕλκωσιν αὐτάς, Ψ. 121· ἀπολ., σανίδας ἐκδῆσαι [[ὄπισθεν]], κλεῖσαι, στερεῶσαι, δῆσαι τὴν θύραν [[ὄπισθεν]] διὰ τοῦ ἱμάντος, ἢ κατὰ τὸν Merry νὰ δέσωσι σανίδας εἰς τὴν ῥάχιν [[αὐτοῦ]] πρὸς τιμωρίαν (πρβλ. Ἀριστοφ. Θεσμ. 931, 940), Ὀδ. Χ. 174· χέρας βρόχοισιν ἐκδήσαντες Εὐρ. Ἀνδρ. 556: - Μέσ., δένω τι «[[ἐπάνω]] μου», [[κρεμῶ]] τι περὶ ἐμαυτόν, ἐκδήσασθαι ἀγάλματα, προστηθίδια ἢ τύπους τινάς, Ἡρόδ. 4. 76· [[ὡσαύτως]], δένω ἢ στερεώνω δι’ ἐμαυτόν, ἀκταῖσιν... πεισμάτων ἀρχάς, τὰς ἄκρας τῶν [[σχοινίων]], Εὐρ. Ἱππ. 761· τὸν νεκρὸν ἐκ τοῦ δίφρου Συλλ. Ἐπιγρ. 6125. 96.
}}
}}