Anonymous

προτέρω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_6)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προτέρω''': Ἐπίρρ. (ἐκ τῆς προθ. πρό, ὡς τὸ [[ἀπωτέρω]] ἐκ τῆς ἀπό), [[προσωτέρω]], παραπέρα, παρεμπρός, περαιτέρω, ἴθυσαν δὲ πολὺ [[προτέρω]] Ἰλ. Δ. 507· τὼ δὲ βάτην πρ. Ι. 192· ἀλλ’ ἕπεο πρ. Σ. 387· μερμήριξε δ’... ἢ [[προτέρω]] διώκοι Ε. 672· μαίεσθαι πρ. Ὀδ. Ξ. 356· ἔτι πρ. Ἰλ. Ψ. 528, Ὀδ. Ε. 417· καὶ νύ κε δὴ [[προτέρω]] ἔτ’ [[ἔρις]] γένετ’, ἡ [[ἔρις]] θὰ ἔβαινε περαιτέρω, Ἰλ. Ψ. 490· ἦ με [[προτέρω]] ἄξεις; Γ.400· οὐ πρ., οὐχὶ περαιτέρω, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 919· - [[μετὰ]] γεν. τόπου, Διον. Π. 923. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[προτέρω]]· εἰς τοὔμπροσθεν», (πρβλ. Ὀδ. Ι. 64). ΙΙ ἐπὶ χρόνου, σὺ δὲ [[προτέρω]] περ, ἔτι [[τριέτηρος]] [[ἐοῦσα]] Καλλ. εἰς Ἄρτ. 72. 2) = πρότερον, Ἐκκλ.
|lstext='''προτέρω''': Ἐπίρρ. (ἐκ τῆς προθ. πρό, ὡς τὸ [[ἀπωτέρω]] ἐκ τῆς ἀπό), [[προσωτέρω]], παραπέρα, παρεμπρός, περαιτέρω, ἴθυσαν δὲ πολὺ [[προτέρω]] Ἰλ. Δ. 507· τὼ δὲ βάτην πρ. Ι. 192· ἀλλ’ ἕπεο πρ. Σ. 387· μερμήριξε δ’... ἢ [[προτέρω]] διώκοι Ε. 672· μαίεσθαι πρ. Ὀδ. Ξ. 356· ἔτι πρ. Ἰλ. Ψ. 528, Ὀδ. Ε. 417· καὶ νύ κε δὴ [[προτέρω]] ἔτ’ [[ἔρις]] γένετ’, ἡ [[ἔρις]] θὰ ἔβαινε περαιτέρω, Ἰλ. Ψ. 490· ἦ με [[προτέρω]] ἄξεις; Γ.400· οὐ πρ., οὐχὶ περαιτέρω, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 919· - [[μετὰ]] γεν. τόπου, Διον. Π. 923. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[προτέρω]]· εἰς τοὔμπροσθεν», (πρβλ. Ὀδ. Ι. 64). ΙΙ ἐπὶ χρόνου, σὺ δὲ [[προτέρω]] περ, ἔτι [[τριέτηρος]] [[ἐοῦσα]] Καλλ. εἰς Ἄρτ. 72. 2) = πρότερον, Ἐκκλ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><i>avec idée de lieu</i> plus en avant.<br />'''Étymologie:''' [[πρότερος]].
}}
}}