Μεστὸν κακῶν πέφυκε φορτίον γυνή → Mulier malorum plena semper sarcina est → Die Frau ist eine Last, mit Leiden vollgepackt
εἰστύπτω, ἐμπίτνω, ἐμπίπτω, ἐμπλήσσω, δυσθυμέω, δυσποτμέω