burla
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
Spanish > Greek
διάσυρσις, γελοιασμός, βωμολοχία, διαμώκησις, ἐξαθέρισις, ἀγχήνη, διαγέλως, ἐμπαιγμονή, ἔμπαιγμα, ἀπόσκωμμα, γέλοιος, διασυρμός, ἐμπαιγμός, ὀνειδισμός