ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends
ἐκμηκύνω, διαγίγνομαι, ἀνέχω, διάγω, ἄγω, διατελέω, διαμένω, δέχομαι, διαστείχω, διϊππεύω