ἄλλος Ἡρακλῆς, ἄλλος αὐτός → close friendship, close friend, another Hercules—another self, another Heracles—another self
construction: P. κατασκευή, ἡ.
act of concocting: P. σκευωρία, ἡ.
concoction: P. πλάσμα, τό, σκευώρημα, τό.