πληγέντες αὐτόχειρι σὺν μιάσματι → brothers smitten by mutual slaughter
subs.
P. ὁμολόγημα, τό.
v. trans.
assume: P. ὑποτίθεσθαι, ὑπολαμβάνειν, τιθέναι (or mid).