recapitulación
From LSJ
Spanish > Greek
ἀνακεφαλαίωσις, ἀνάμνησις, ἐπανακεφαλαίωσις, ἐπάνοδος, ξύλλογή, παλιλλογία, συγκεφαλαίωσις, συγκορύφωσις, συλλογή, σύνοψις
ἀνακεφαλαίωσις, ἀνάμνησις, ἐπανακεφαλαίωσις, ἐπάνοδος, ξύλλογή, παλιλλογία, συγκεφαλαίωσις, συγκορύφωσις, συλλογή, σύνοψις