πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
αἱμοβόρος, αἱμοχαρής, αἱματοχαρής, δαφοινός, δαφοινήεις, ἐναιμής, αἱμοπότης, ὠμηστής