Κολοσσηνός
From LSJ
δύο ἀρνήσεις μίαν συγκατάθεσιν ποιοῦσι → two negatives make an affirmative
English (LSJ)
Κολοσσηνή, Κολοσσηνόν, Colossian, Str.12.8.16.
Greek (Liddell-Scott)
Κολοσσηνός: -ή, -όν, ἐπὶ ἐρίου, Κολοσσηνὰ ἔρια, βεβαμμένα ἐν Κολοσσαῖς, Στράβ. 578.