αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασι → automatically do the noble go to the feasts of the noble
η αερίζω1. εργάτρια ή υπηρέτρια που έχει τη φροντίδα του αερισμού ενός χώρου τροφίμων ή ενδυμάτων2. βεντάλια, αεριστήρι.