τὸ ἐμόν γ' ἐμοὶ λέγεις ὄναρ → you are telling me what I know already, you are telling me my own dream
ἀκτέριστος, -ον (Α) κτερίζωαυτός που δεν κηδεύτηκε με τιμέςαυτός που έμεινε άταφος.