ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → either say something better than silence or keep silence (Menander)
-α, -οο αλογήσιος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < θ. της λ. αλόγατα, πληθ. του ουσ. άλογο + παραγ. κατάλ. -ένιος].