τοὐλεύθερον γὰρ ὄνομα παντὸς ἄξιον → the title ‘free' is worth everything
αμάχη1. δημιουργώ αμάχη ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα πρόσωπα, τους κάνω εχθρούς τον ένα με τον άλλο2. έχω αμάχη με κάποιον, τον μισώ3. βάζω κάτι ενέχυρο, υποθηκεύω.