αμυγδαλότοπος

From LSJ

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source

Greek Monolingual

και μυγδαλότοπος, ο
τόπος κατάλληλος για την καλλιέργεια της αμυγδαλιάς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αμυγδαλιά + τόπος.