αμυγδαλότοπος
From LSJ
Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm
Greek Monolingual
και μυγδαλότοπος, ο
τόπος κατάλληλος για την καλλιέργεια της αμυγδαλιάς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αμυγδαλιά + τόπος.