μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves
ἀναθέω (Α)1. τρέχω προς τα επάνω, αναρριχώμαι, σκαρφαλώνω2. (για φυτά) ξαναβλασταίνω3. ανατρέχω, τρέχω προς τα πίσω, ξαναγυρίζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα- + θέω].