ανατριχίλα

From LSJ

Ὅτι οὐδὲν ἧττον τὰ αὐτὰ ποιήσουσι, κἂν σὺ διαρραγῇς → You may break your heart, but men will still go on as before

Source

Greek Monolingual

η
1. η ανόρθωση των τριχών από φόβο, κρύο ή συγκίνηση
2. το ρίγος του πυρετού.