πεσεῖν ἐς τὸ μὴ τελεσφόρον → fall fruitless to the ground, fall powerless to the ground
και ανεύλαβος, -η, -ο (AM ἀνευλαβής, -ές)αυτός που δεν δείχνει ευλάβεια στα θεία, ασεβής.