Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αριστούργημα

From LSJ

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968

Greek Monolingual

το (Μ ἀριστούργημα) αριστουργώ
το αριστοτέχνημα, το υπέροχο έργο
νεοελλ.
1. (κατ' επέκταση) χαρακτηρισμός κάθε έξοχου πράγματος
2. (με το άρθρο) το άριστο από τα έργα κάποιου
3. (ως επιφώνημα, εκδηλώνει θαυμασμό) υπέροχα, έξοχα.