νόσημα γὰρ αἴσχιστον εἶναί φημι συνθέτους λόγους → for I consider false words to be the foulest sickness
η
το να υπάρχει κάτι ή κάποιος από μόνος του, χωρίς να οφείλει σε άλλον την ύπαρξή του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αυθ- (πρβλ. αυτο-) + ύπαρξη (-ις) (πρβλ. ανυπαρξία). Η λ. μαρτυρείται από το 1870 στον Α. Φατσέα].