αἰόνημα

From LSJ

ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰόνημα Medium diacritics: αἰόνημα Low diacritics: αιόνημα Capitals: ΑΙΟΝΗΜΑ
Transliteration A: aiónēma Transliteration B: aionēma Transliteration C: aionima Beta Code: ai)o/nhma

English (LSJ)

-ατος, τό, fomentation, D.C.55.17, EM348.27.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
medic. afusión, ducha τοῖς παραμυθουμένοις αἰονήμασι καὶ καταπλάσμασι χρηστέον Paul.Aeg.3.45.4, cf. D.C.55.17.1, EM 348.26G.

Greek (Liddell-Scott)

αἰόνημα: -ατος, τό, κατάντλημα, κατάβρεγμα, μούσκευμα, Δίων Κ. 55. 17., Ἐτυμ. Μ. 348, 27.

German (Pape)

τό, Besprengung, DC. 55.17.