Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

βαφιάς

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22

Greek Monolingual

βαφιάς, ο (AM βαφεύς, βαφέως, Μ και βαφέας)
αυτός που βάφει υφάσματα ή υφαντικές ύλες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το βαφεύς < βαφή, οι δε τύποι βαφέας και βαφιάς είναι μεταπλασμένοι τ. του βαφεύς.