γεωθερμικός

From LSJ

ψυχῆς ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος → the whole universe is the fatherland of a good soul

Source

Greek Monolingual

-ή, -ό
1. ο σχετικός με τη γεωθερμία
2. το θηλ. ως ουσ. η γεωθερμική
η γεωθερμία.