γναφαλλίς
From LSJ
Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖ → Modestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist
English (LSJ)
-ίδος, ἡ, = γναφάλλιον, Ps.-Dsc. 3.117.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
bot. otro n. del γναφάλλιον Ps.Dsc.3.117, Scrib.Larg.121.