ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
v. δανειστής.
原文音譯:daneist»j 打尼士帖士詞類次數:名詞(1)原文字根:借貸(者)字義溯源:債主,放利者;源自(δανείζω / δανίζω)=有息借貸);而 (δανείζω / δανίζω)出自(δάνειον / δάνιον)=貸款), (δάνειον / δάνιον)又出自(Δανιήλ)X*=禮物)出現次數:總共(1);路(1)譯字彙編:1) 債主(1) 路7:41