διάλαμπρος
From LSJ
Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato
English (LSJ)
διάλαμπρον, clean, white, ἐσθῆτες Demoph.Sim.25.
Spanish (DGE)
-ον
resplandeciente, limpio, blanco αἱ μὲν ἐσθῆτες Demoph.Sim.25.