διαδυτικός

From LSJ

Γύμναζε παῖδας· ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις → Exerce pueros: non exercebis virum → Mit Kindern übe, denn mit Männern ist's zu spät

Menander, Monostichoi, 104
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαδῠτικός Medium diacritics: διαδυτικός Low diacritics: διαδυτικός Capitals: ΔΙΑΔΥΤΙΚΟΣ
Transliteration A: diadytikós Transliteration B: diadytikos Transliteration C: diadytikos Beta Code: diadutiko/s

English (LSJ)

διαδυτική, διαδυτικόν, penetrating, ἀήρ Thphr. CP 5.14.1 (Comp.).

Spanish (DGE)

-ή, -όν
penetrante διαδυτικώτερος μᾶλλον ὁ λεπτός (ἀήρ) Thphr.CP 5.14.1.

German (Pape)

[Seite 577] ή, όν, durchbringend, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

διαδῠτικός: -ή, -όν, ἐπιτήδειος εἰς τὸ διαδύεσθαι, Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 5. 14, 1.