δισσηγορία

From LSJ

πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body

Source

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
• Grafía: graf. δυσηγ-
denominación doble Anon.Alch.399.19.