Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)
(AM δολοφονῶ, -έω) δολοφόνος
φονεύω με δόλο εκ προμελέτης
νεοελλ.
βλάπτω κάποιον καίρια με δόλο
αρχ.
φονεύω.