Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ελεγείο

From LSJ

Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα → I know only one thing, that I know nothing | all I know is that I know nothing.

Diogenes Laertius, Lives of the Philosophers, Book 2 sec. 32.

Greek Monolingual

το (ΑΜ ἐλεγεῖον)
1. δίστιχο που έχει τον πρώτο στίχο δακτυλικό εξάμετρο και τον δεύτερο δακτυλικό πεντάμετρο
2. θρηνητικό τραγούδι
3. πληθ. ελεγεία
ποίημα ή επιγραφή σε ελεγειακό μέτρο
αρχ.
στίχος στην ελεγειακή επιγραφή, ιδίως ο πεντάμετρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < έλεγος. Από αυτό προήλθε το λατ. ēlogium του οποίου το αρχικό e θεωρήθηκε παρετυμολογικά ως προβληματικό. Επίσης λόγω συνδέσεως προς τα λόγος, loguī επήλθε ποιοτική μεταβολή του εσωτερικού φωνήεντος e σε ο].