εξορκιστής

From LSJ

θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things

Source

Greek Monolingual

και ξορκιστής, ο (θηλ. ξορκίστρα) (AM ἐξορκιστής)
αυτός που εξορκίζει, που διώχνει με εξορκισμό πονηρά πνεύματα
μσν.
ο ιερέας που προετοίμαζε τους κατηχουμένους για το βάπτισμα.