Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Ἔρως ἀνίκατε μάχαν → O love, invincible in battle!
ἐπισκώπτω (Α)1. κοροϊδεύω, περιγελώ2. παίζω, κάνω αστεία («χώρει... εἰς τοὺς εὐανθεῖς κόλπους... κἀπισκώπτων καὶ παίζων», Αριστοφ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + σκώπτω «εμπαίζω, κοροϊδεύω»].