εὐανάμνηστος

From LSJ

Γίνωσκε σαυτὸν νουθετεῖν, ὅπου τρέχεις → Quo curras, animum advertere usque memineris → Mach mit Bedacht dir klar, an welchem Ort du läufst

Menander, Monostichoi, 82
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐανάμνηστος Medium diacritics: εὐανάμνηστος Low diacritics: ευανάμνηστος Capitals: ΕΥΑΝΑΜΝΗΣΤΟΣ
Transliteration A: euanámnēstos Transliteration B: euanamnēstos Transliteration C: evanamnistos Beta Code: eu)ana/mnhstos

English (LSJ)

εὐανάμνηστον, easily remembering, Hierocl. in CA8p.432M.

German (Pape)

[Seite 1056] der sich leicht erinnert, Hierocl. Pyth. 80, 7.

Greek (Liddell-Scott)

εὐανάμνηστος: -ον, εὐκόλως ἀναμιμνησκόμενος, Ἱεροκλ. Πυθ. 80. 7.

Greek Monolingual

εὐανάμνηστος, -ον (Α)
αυτός που θυμάται εύκολα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ανα-μιμνήσκομαι].