φιλεῖ δέ τοι, δαιμόνιε, τῷ κάμνοντι συσπεύδειν θεός → you know, my good fellow, when a man strives hard, a god tends to lend him aid
ἡμεροφύλαξ, ὁ (Α)αυτός που φρουρεί κατά τη διάρκεια της ημέρας, ο ημεροσκόπος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημερ(ο)- + φύλαξ.