ηπατοπηξία

From LSJ

Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν → Res pulchra et iram et cupiditatem vincere → Den Zorn zu bändigen und die Begier ist schön

Menander, Monostichoi, 254

Greek Monolingual

η
ιατρ. η εγχειρητική στερέωση ενός δυστοπικού ήπατος στο πλευρικό τόξο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hepatopexy < hepato- (πρβλ. ηπατο- < ήπαρ, -ατος) + -pexy (πρβλ. πήξις)].