λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk
-ες θηλή1. αυτός που έχει θηλές2. αυτός που μοιάζει με θηλή, ο θηλοειδής.