Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'
ἡ (Α ἱερή, αττ. τ. ἱερά)νεοελλ.θηλ. του επιθ. ιερόςαρχ.η ιέρεια.[ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. του αττ. ιερά].