κάρκαρα

From LSJ

μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κάρκαρα Medium diacritics: κάρκαρα Low diacritics: κάρκαρα Capitals: ΚΑΡΚΑΡΑ
Transliteration A: kárkara Transliteration B: karkara Transliteration C: karkara Beta Code: ka/rkara

English (LSJ)

τά, = πίτυρα (ἐπιτυρά cod.), Semon.33.

Greek Monolingual

κάρκαρα, τὰ (Α)
πίτουρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Συνδέεται πιθ. με το κάρκαρον.