Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κάσος

From LSJ

Ὡς οὐδὲν ἡ μάθησις, ἂν μὴ νοῦς παρῇ → Quam nihil est disciplina, ni mens → Wie wenig taugt das Lernen, wenn Begabung fehlt

Menander, Monostichoi, 557

Greek Monolingual

κάσος και κάσσος, ὁ)
χοντρό μάλλινο ύφασμα ή φόρεμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. της λ. κασάς].