Ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → If you are studious, you will become learned.
κέχῠμαι: κέχῠτο, κέχυντο, ἴδε χέω.
see χέω.
κέχῠμαι: Παθ. παρακ. του χέω.